ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ : «ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΝΤΕΛΗ ΒΟΥΛΓΑΡΗ» (09-03-2009)

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ : «ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΝΤΕΛΗ ΒΟΥΛΓΑΡΗ» – ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΣΕΡΡΑΙΩΝ ΓΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΘΕΣΜΟ ΣΤΙΣ ΣΕΡΡΕΣ (09-03-2009)

ΘΕΜΑ: “Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΣΤΙΣ ΣΕΡΡΕΣ”

Ομιλήτρια: Μαρία Μεντίζη – Θεατρολόγος
Η ομιλία της κυρίας Μεντίζη περιέχει και φωτογραφικό υλικό και μπορείτε να το δείτε εδώ

Το κρύο έξω τσουχτερό, καθώς περιμένω υπομονετικά στην ουρά μπροστά στο ταμείο του κινηματογράφου. Από νωρίς το πλήθος συνωστίζεται στην είσοδο κάτω από τις μεγάλες μαρκίζες που αναγγέλλουν τρανταχτά ονόματα της 7ης τέχνης και ιστορίες έρωτα, μίσους, πολέμου, μυστηρίου. Οι πιο φτωχοί μετρούν τις δεκάρες στις τρύπιες τσέπες τους για το πολυπόθητο εισιτήριο ενώ άλλοι αλληλοθαυμάζονται για το επώνυμο φόρεμα ή το καινούριο καπέλο που μόλις απόκτησαν.

Σε λίγο περνάμε την ξύλινη πόρτα για να βρεθούμε σε μια μισοσκότεινη αίθουσα που φωτίζεται από λυχνίες και ζεσταίνεται από μεγάλα βαρέλια που έχουν μετατραπεί σε σόμπες που καίνε πετροκάρβουνο. Ο αέρας ήδη μυρίζει παράξενα. Ένα συνονθύλευμα από καπνό, σκόνη, ιδρώτα, κοπριά και αρώματα. Σε λίγο οι ξύλινες καρέκλες γεμίζουν, ενώ μερικές ακόμη καταφτάνουν μαζί με κασόνια και ξερολιθιές από τα παρακείμενα καφενεία, όλες παραταγμένες με στρατιωτική πειθαρχία που θα μετατραπούν σε αναρχία, μπροστά στο λευκό πανί που χάσκει κενό ωσάν ένα παράθυρο που όλοι περιμένουμε ν’ ανοίξει και να μας δείξει τον κόσμο τον άλλον, τον μακρινό, τον άγνωστο.

Το βλέμμα μου περιπλανιέται στο χώρο για να συναντήσει ανθρώπους κάθε είδους: μικρά παιδιά που παίζουν μεταξύ τους, κυρίες σφιγμένες στους στενούς τους κορσέδες, άντρες στητούς και ατσαλάκωτους, μια μάνα που κρατά στην αγκαλιά το μωρό της, ένα ζευγαράκι αμήχανο στο πρώτο του ραντεβού, έναν παππού που μισοκοιμάται στην άβολη καρέκλα, νέα κορίτσια που κρυφογελάνε καθώς κοιτάζουν τους νεαρούς που τις κορτάρουν, ένα τόσο ανόμοιο πλήθος που σε λίγο, μόλις αρχίσει η ταινία, γίνονται όλοι ίδιοι. Το σκοτάδι έχει άλλωστε αυτή την ιδιότητα: να κρύβει τις διαφορές, να τις κουκουλώνει. Και να μας απελευθερώνει. Τι κι αν κυλήσει ένα δάκρυ, ποιος θα το δει;

Η ταινία αργεί να ξεκινήσει και η ανυπομονησία κορυφώνεται. Οι πιο νέοι αρχίζουν και χτυπούν δυνατά τα πόδια τους στο χωμάτινο πάτωμα και ξεσηκώνουν μια σκόνη που κάνει την ατμόσφαιρα ακόμη πιο αποπνικτική. Άλλοι φωνάζουν αγανακτισμένοι ενώ κάποιοι εξακολουθούν να κουβεντιάζουν για την σύγχρονη πολιτική κατάσταση ή να κουτσομπολεύουν την προκλητική συμπεριφορά κάποιας κυρίας…

Η μουβιόλα και η ασετιλίνη μπαίνουν μπροστά και το χαριτωμένα τρομακτικό λιοντάρι βρυχάται στο πανί. Τα πάντα ησυχάζουν κι ακούγεται μόνο η ζωντανή ορχήστρα που παιανίζει τους σκοπούς του έργου. Οι συστάσεις για ησυχία σβήνουν, οι κόρες των ματιών διαστέλλονται, τα κορμιά χαλαρώνουν, η αναπνοή ηρεμεί. Η ψυχή και η φαντασία τώρα αναλαμβάνουν να οδηγήσουν τη σκέψη αλλού, μακριά, στο όνειρο. Σε λίγο το πλήθος γίνεται ένα. Πάλλεται στον ίδιο ρυθμό της αγωνίας, του φόβου, του θυμού, του γέλιου. Γίνεται ο κομπάρσος της ταινίας ή ο ίδιος ο φακός της κάμερας που ταυτίζεται με τον ήρωα, συμπάσχει, υποφέρει, λυτρώνεται, καθαίρεται. Κλεφτές ματιές στο μισοσκόταδο, τυχαία αγγίγματα που προκαλούν ρίγη ή οργή, διαλογισμός για τη ζωή που έζησα, που ζω και νέα σχέδια για το αύριο. Κορίτσια που μέσα από την οθόνη γνωρίζουν τον έρωτα και αγόρια που φορτίζονται από ανδρεία, γενναιότητα, εγωισμό ή πόνο. Ενήλικες που ψάχνουν της ζωής το νόημα και μεσήλικες που θρηνούν γιατί το ανακάλυψαν πολύ αργά.
Καθώς η ταινία εξελίσσεται οι άνθρωποι αδυνατούν να ξεχωρίσουν την αλήθεια από το ψέμα. Το πραγματικό από το εικονικό. Θυμώνουν με τον «κακό» του έργου, σηκώνονται, φωνάζουν , χειρονομούν, κάποιοι ορμούν στο πανί για να τιμωρήσουν το άδικο, τον εχθρό, τον κίνδυνο ωσάν νέοι Δον Κιχώτες που παλεύουν με τους ανεμόμυλους. Τα μικρά παιδιά σφίγγονται στην αγκαλιά της μάνας τους ενώ άλλα τρων τα νύχια τους από την αγωνία.

Ξαφνικά η ταινία διακόπτεται. Όλη η ένταση μεταφέρεται τώρα στο μικρό παραθυράκι που βρίσκεται πίσω, εκεί ψηλά, που σαν ένα μάτι θεϊκό μας παρακολουθεί αλλά και μας δείχνει νέους δρόμους στη ζωή. Δυστυχώς τα μηχανήματα του κινηματογράφου είναι ακόμη πρωτόγονα και η χρήση τους δύσκολη ενώ εγκυμονεί και πολλούς κινδύνους. Πολλές φορές πήραν φωτιά οι κινηματογράφοι από κάποιο ατύχημα και μάλιστα το Πάνθεον κάηκε ολοσχερώς το 1929 και κινδύνεψαν ζωές. Ευτυχώς η βλάβη αποκαταστάθηκε γρήγορα και το πλήθος ηρέμησε και επανήλθε στους ρυθμούς της ταινίας. Το τέλος της συγκινητικό, μελοδραματικό, έχει ξεφουσκώσει την ένταση των προηγούμενων σκηνών και ο κόσμος σηκώνεται σιγά σιγά κι αποχωρεί άλλοι σκουπίζοντας τα τελευταία δάκρυ, άλλοι γελώντας αμήχανα για να μην προδώσουν τη συγκίνησή τους ενώ άλλοι σχολιάζοντας ειρωνικά το σενάριο και την πλοκή.
Βγαίνοντας από τον κινηματογράφο απολαμβάνω και πάλι τον καθαρό αέρα, σφίγγομαι στο παλτό μου, και κατηφορίζω την οδό Μεραρχίας η οποία από τον πόλεμο και μετά και όλη τη δεκαετία του 20 έχει μετατραπεί σ’ έναν δρόμο που σφύζει από ζωή και δραστηριότητα. Ανάμεσα στα καφενεία, τα ζαχαροπλαστεία και τα κέντρα διασκέδασης προβάλουν οι μεγάλες ταμπέλες του Πάνθεον, της Λέσχης Αξιωματικών, στην οποία λειτουργεί κινηματογράφος από το 1923, του Παλλάς, του θερινού Ρεξ και του θερινού Ορφέα, του Έσπερου, του καφενείου Ρομάντζα στο οποίο παίζονται επίσης ταινίες, του θερινού Πατέ, του χειμερινού και θερινού Διονύσια και τέλος του Τιτάνια. Επίσης υπάρχει κινηματογράφος και στο καφενείο Συνάντησις στην οδό Βενιζέλου, ανάμεσα στις φτωχογειτονιές, ο οποίος όμως δεν πάει πολύ καλά διότι όσοι μένουν εκεί είναι άνθρωποι του μεροκάματου, που τα ωράρια και τα οικονομικά τους, αν και τα εισιτήρια είναι πολύ φτηνά, δεν τους επιτρέπουν τέτοιες πολυτέλειες.
Από το 1907 που λέγεται ότι έγινε η πρώτη προβολή ταινίας στις Σέρρες στην οικία Βεργεμετζή με το έργο οι «Καταρράκτες του Νιαγάρα» και μια μικρή κωμωδία, ο κινηματογράφος μπήκε δυναμικά στη ζωή των Σερραίων. Την επόμενη χρονιά άνοιξε ο θερινός Ορφέας στα «Χιλιόδεντρα» που λειτουργούσε με πετρελαιοκίνητη ηλεκτρική γεννήτρια. Αχ! Ο θερινός κινηματογράφος! Κάτω από τον έναστρο ουρανό και το Αυγουστιάτικο φεγγάρι πόσες ακόμη συγκινήσεις μπορεί να μας προσφέρει; Πόσο πάθος και πόσα όνειρα μπορεί να αντέξει η ψυχή, ειδικά ενός νέου, που βρίσκεται εγκλωβισμένος σε μια επαρχιακή πόλη, με την άστατη πολιτική κατάσταση και την απειλή ενός πολέμου πάνω από το κεφάλι του, με την οικονομική κρίση και την αβεβαιότητα του μέλλοντος; Εκεί, ανάμεσα στα μικρά τραπεζάκια τα γεμάτα μεζέδες και ούζο, μέσα στις μυρωδιές του γιασεμιού και τον ήχο της ρεματιάς των Αγίων Αναργύρων, ρουφώντας απολαυστικά την γκαζόζα ή το σινάλκο και μπροστά στις ασπρόμαυρες εικόνες που κινούνται άλλοτε πολύ γρήγορα κι άλλοτε πολύ αργά ανάλογα την κούραση του τεχνικού που γυρίζει τη μανιβέλα, παίρνονται οι μεγάλες αποφάσεις του αύριο, του μέλλοντος, της ζωής.
Ο κινηματογράφος είναι κομμάτι των ανθρώπων, συνδεδεμένος με την καθημερινότητά τους, με τις ελπίδες τους, με το παρόν και το μέλλον τους. Το 1912 με 13 οι βαλκανικοί πόλεμοι διακόπτουν τις προβολές και μέχρι να προλάβουν να ανακάμψουν οι κινηματογράφοι γεμίζουν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία όχι βέβαια για να δουν κάποια ταινία αλλά για να φιλοξενηθούν προσωρινά. Ακολουθεί μια περίοδος ακμής όπου ταινίες και θεατρικές παραστάσεις διαδέχονται η μια την άλλη μέσα σε αίθουσες, καφενεία αλλά και υπαίθριους χώρους. Ταινίες για αφροδίσια νοσήματα και για τη φυματίωση, αλλά και πολιτικές και άλλες ομιλίες φιλοξενούνται στις αίθουσες οι οποίες γίνονται τόποι συνάντησης και συζήτησης των σημαντικών γεγονότων της εποχής. Το 1927 γίνεται η μεγάλη απεργία των κινηματογραφιστών λόγω της βαριάς φορολογίας ενώ δυο χρόνια μετά οι εφημερίδες καθιερώνουν στήλη κινηματογραφικής κριτικής. Το 1932 μπαίνουν στο ανακαινισμένο με ευρωπαϊκά πρότυπα Κρόνιο καινούρια μηχανήματα ομιλούντος κινηματογράφου και λίγο αργότερα το 1936 προβάλλεται η ταινία: «η γάτα και το βιολί» η τελευταία πράξη της οποίας είναι έγχρωμη. Στο μεταξύ εγκαινιάζονται νέοι κινηματογράφοι όπως το εξοχικό κίνημα «Ρέμβη» στο Εσκί Τζαμί που χωρίζεται αργότερα σε δυο αίθουσες τη Ρέμβη και τα Ηλύσια, το κέντρο διασκέδασης Τροκαντερό και η Αύρα και ο χειμερινός Έσπερος.
Το 1941 με τη βουλγαρική κατοχή το Πάνθεον ονομάζεται Σαν Στέφανο και λίγοι είναι οι Έλληνες που παρακολουθούν τις ταινίες λόγω της απαγόρευσης της κυκλοφορίας. Το 1947 καίγεται το Πάνθεον ενώ το 1960 ιδρύεται από τον Θάνο Σαντά και τον Πάρμεν η κινηματογραφική εταιρία Θέσπις-φιλμ και γυρίζεται στις Σέρρες η πρώτη και τελευταία της ταινίας «οι 900 της Μαρίνας». Αργότερα χτίζονται τα Αστέρια και στη δεκαετία του 70 ο Αλέξανδρος, το Ολύμπια και το Χάρις. Σήμερα σε μόνιμη βάση προβάλει ταινίες μόνο το Κρόνιο ενώ μπορούν να φιλοξενήσουν ταινίες ο Ορφέας, το αμφιθέατρο του ΤΕΙ, το Εργατικό Κέντρο και τα Αστέρια.
Σ’ αυτή τη μικρή εισήγηση προσπάθησα περισσότερο να σας μεταφέρω την αξία της ύπαρξης του κινηματογράφου στην πόλη μας από τότε που εμφανίστηκε χωρίς να σας κουράσω με ονόματα, τίτλους και άλλα γεγονότα τα οποία μπορείτε να βρείτε αναλυτικά στο βιβλίο του Βασίλη Τζανακάρη: «Το θέατρο και ο κινηματογράφος εις την καλλίστην πόλιν των Σερρών» από το οποίο άντλησα κι εγώ όλο το υλικό. Το απόσπασμα της ταινίας που είδαμε ήταν από το έργο «σινεμά ο παράδεισος» ενώ η μουσική που ακούγεται είναι έργα του μεγάλου κινηματογραφικού συνθέτη Έννιο Μορρικόνε.

Τέλος θέλω να ευχαριστήσω τη Δημοτική Πρωτοβουλία Σερραίων και ειδικότερα τον Πέτρο Αγγελίδη για την τιμή που μου έκανε να συμμετέχω σε μια τόσο σημαντική εκδήλωση- αφιέρωμα στον ελληνικό κινηματογράφο και τον Παντελή Βούλγαρη που όλοι αγαπάμε. Ευχαριστώ!

Θέμα: « Η πορεία του Ελληνικού Κινηματογράφου και το έργο του Παντελή Βούλγαρη».
Ομιλήτρια: Αδάμου Χριστίνα – Λέκτορας του Τμήματος Κινηματογράφου της Σχολής Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ.

Αισθάνομαι πολύ μεγάλη χαρά και τιμή που μου δίνεται η ευκαιρία να συμμετάσχω σε μια τόσο σημαντική πολιτισμική εκδήλωση στην πόλη των Σερρών και θα ήθελα κι εγώ με τη σειρά μου να ευχαριστήσω τη Δημοτική Πρωτοβουλία Σερραίων για τη διοργάνωση αυτής της εκδήλωσης και προσωπικά τον κ. Αγγελίδη για την πρόσκληση.
Όπως όλοι γνωρίζετε έχουν γραφτεί πολλοί τόμοι για τον ελληνικό κινηματογράφο και στο έργο του Παντελή Βούλγαρη που αναφέρεται βεβαίως πολύ στην ελληνική βιβλιογραφία αλλά και στη Διεθνή βιβλιογραφία για την ιστορία του κινηματογράφου.
Θα μιλήσω λίγο για την ιστορία του Κινηματογράφου. Φυσικά πολύ σημαντικά κομμάτια της πορείας θα παραμείνουν εκτός γιατί δεν είναι δυνατόν να καλυφτεί το θέμα. Αυτό που θα επιχειρήσω όμως να κάνω είναι να δείξω ότι ο εμπορικός κινηματογράφος και ο κινηματογράφος του δημιουργού δεν βρίσκονται πάντα σε αντιδιαστολή μεταξύ τους. Γιατί στην Ελλάδα έχουμε λίγο την τάση να τα σκεφτόμαστε αυτά τα δύο ως ένα αντιθετικό ζεύγος.
Ο κινηματογράφος γεννιέται στα τέλη του 19ου, το 1895 γίνεται η πρώτη δημόσια προβολή με εισιτήριο στο Παρίσι, λίγα χρόνια αργότερα, την άνοιξη του 1898 γίνεται η πρώτη κινηματογραφική προβολή στην Αθήνα. Πρώτη ελληνική ταινία μικρού μήκους ήταν ¨Οι Υφάντρες¨, ενώ το 1910 ιδρύεται η πρώτη ελληνική εταιρεία παραγωγής κινηματογραφικών ταινιών. Ο κινηματογράφος στην Ελλάδα ξεκινάει νωρίς σε σχέση και με τον παγκόσμιο κινηματογράφο. Το 1914 γίνεται η πρώτη ελληνική ταινία μεγάλου μήκους ¨Η Γκόλφω¨, αποτελεί μεταφορά του θεατρικού βουκολικού λυδρίου του Σπύρου … και ακολουθούν πολλές προσπάθειες στην δεκαετία του 1910 οι οποίες όμως δεν στέφονται πάντοτε με επιτυχία.
Στις δεκαετίες του ’20 και του ’30 υπάρχουν κάποιες ταινίες που ίσως να έχετε ακούσει, όπως ¨Το Λιμάνι των Δακρύων¨, ¨Η Αστέρω¨ και ¨Ο Παλιάτσος της Ζωής¨ και επίσης αρχίζουν να δημιουργούνται οι πρώτοι διάσημοι κωμικοί ηθοποιοί … Γνωστός αυτή την εποχή παγκοσμίως αλλά και στην Ελλάδα αρχίζει να γίνεται ο Τσάρλι Τσάπλιν.
Το 1939 ιδρύεται η ΦΙΝΟΣ ΦΙΛΜ, γνωστή στους περισσότερους από εμάς, η οποία πρωταγωνιστεί στον κινηματογράφο μας μεταπολεμικά. Κατά τη διάρκεια του πολέμου και της κατοχής οι συνθήκες ήταν πάρα πολύ δύσκολες για την ανάπτυξη του κινηματογράφου, αντίξοες είναι και μετά πόλεμου οι συνθήκες, ωστόσο παρουσιάζονται κάοιες αξιόλογες ταινίες θα έχετε δει οι περισσότεροι την ¨Κάλπικη λίρα¨ και τον ¨Ζηλιαρόγατο¨ του Τζαβέλλα και παράλληλα με τον εμπορικό κινηματογράφο αρχίζει να αναπτύσσεται και ο κινηματογράφος με κοινωνικές ανησυχίες. Πχ. ¨Το πικρό ψωμί¨ του Γρηγορίου ο οποίος βαφτίζεται από κάποιους κριτικούς ¨Πατέρας του ελληνικού νεορεαλισμού¨. Την ίδια περίοδο ο Κακογιάννης δημιουργεί τις πρώτες κινηματογραφικές καλλιτεχνικές και εμπορικές επιτυχίες, είναι οι παράλληλα εμπορικές και καλλιτεχνικές επιτυχίες ¨Κυριακάτικο Ξύπνημα¨, ¨Η Στέλλα¨, η γνωστή σε όλους μας ταινία, το 1955.
Ο Κούνδουρος, στα μέσα επίσης του 1950 δημιουργεί τον βαθιά φιλοσοφημένο πολιτικό κινηματογράφο ¨Μαγική Πόλη¨ το 1954 και ¨Ο Δράκος¨ με τον Ντίνο Ηλιόπουλο το 1956.
Λίγο αργότερα βγαίνει στις αίθουσες ¨Η Θεία από το Σικάγο¨, αναπτύσσεται δηλαδή πολύ και ο εμπορικός κινηματογράφος και ¨Η Αστέρω¨ το 1959. Στην ¨Αστέρω¨, όπως θυμάστε πρωταγωνιστεί η Βουγιουκλάκη με μια ταινία η οποία είναι εμπορική, ωστόσο είναι και μια ταινία που ταξιδεύει και στις Κάννες.
Πολύ σημαντική για την εξέλιξη της κινηματογραφίας μας είναι η θέσπιση της εβδομάδας σε Φέστιβαλ Θεσσαλονίκης. Και από εκείνη την περίοδο θα παρακολουθήσουμε ένα απόσπασμα από το ¨Κοροϊδάκι της Δεσοινίδος¨, μουσική είναι του Μάνου Χατζιδάκι. Είναι ένας συνθέτης που θεωρούμε ¨ποιοτικό συνθέτη¨ αλλά έχει συνεργαστεί και με δημιουργούς όπως ο κ. Βούλγαρης αλλά και με …
Όσον αφορά τους ηθοποιούς, αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ηλιόπουλος έχει πρωταγωνιστεί στον ¨Δράκο¨ του Κούνδουρου, η Καρέζη συνδέεται ως ηθοποιούς και ως όνομα με το σοβαρό θέατρο άρα και εδώ συνυπάρχουν ποιότητα και εμπορικότητα και όπως είδατε στο απόσπασμα η χορογραφία δημιουργεί έναν κώδικα, δηλαδή τους βλέπουμε να καθρεφτίζουν ο ένας την κίνηση του άλλου με μικρές διαφορές, αυτό το καθρέφτισμα δημιουργεί μια αρμονία ανάμεσα στους δύο χαρακτήρες ενώ οι μικρές διαφορές προσδίδουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στον κάθε ρόλο.
Στα μέσα του ’60 λοιπόν ακμάζει ο εμπορικός κινηματογράφος αλλά ακριβώς μέσα σ’ αυτήν την ακμή του εμπορικού κινηματογράφου γεννιέται και ο νέος κινηματογράφος ή κινηματογράφος των δημιουργών. Με την εμφάνιση νέων σκηνοθετών εκ των οποίων και τον Παντελή Βούλγαρη, ο οποίος το 1965 συμμετέχει στο Φεστιβάλ Θεσσαλονικής με την ταινία ¨Ο Κλέφτης¨ και την επόμενη χρονιά με την ταινία ¨Ο Τζίμης και ο τίγρης¨. Οι δύο πρώτες ταινίες μεταφέρουν στην Ελάδα αισθητικές του ευρωπαϊκού κινηματογράφου και στοιχεία διαφορετικών ρευμάτων όπως του ιταλικού νεορεαλισμού και του γαλλικού νέου κύματος.
Από την περίοδο ’67, ’68 και μετά, αρχίζει μια μακρά πτώση του εμπορικού κινηματογράφου, πολλοί λένε εξαιτίας της τηλεόρασης, υπήρχε όμως και μια τάση του εμπορικού κινηματογράφου να αναπαράγει τον εαυτό του. Στις αρχές τις δεκαετίας του ’70, συνυπάρχουν ακόμα δημοφιλής ελληνικός κινηματογράφος και νέος ελληνικός κινηματογράφος, όχι όμως αρμονικά καθώς υπάρχουν αλληλοκατηγορίες για εμπορικότητα χωρίς όρια από του μεν και για ταινίες δημιουργών ακαταλαβίστικες από τους δε. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει διάλογος μεταξύ τους.
Το 1972 προβάλλεται η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους του Παντελή Βούλγαρη ¨Το προξενιό της Άννας¨ αλλά και το ¨Θανάση πάρε το όπλο σου¨, μια συνεργασία του σκηνοθέτη Κατσουλίδη με τον Θανάση Βέγγο που γίνεται καθαρά για εμπορικούς και οικονομικούς σκοπούς. Θα δούμε ένα απόσπασμα για να σχολιάσουμε το πως λειτουργεί ο Βέγγος στη συγκεκριμένη ταινία για να μπορέσουμε να συγκρίνουμε με την παρουσία του στο ¨Όλα είναι δρόμος¨ αργότερα. (απόσπασμα)
Στο ¨Θανάση πάρε το όπλο σου¨, ο Θανάσης Βέγγος λειτουργεί ως «σταρ» με την έννοια ότι ο τίτλος φέρει το όνομα του άρα το κοινό προσδοκά να δει συγκεκριμένα πράγματα μέσα στην ταινία και να δει τον Θανάση Βέγγο στο ρόλο του τίμιου βιοπαλαιστή. Οι προσδοκίες αυτές δεν διαψεύδονται, η ταινία έχει κωμικά αλλά και δραματικά στοιχεία και στο τέλος βλέπουμε μια αναπαράσταση πυροβολισμών που εκφράζει οργή αλλά κια μια τραγική κατάληξη του ήρωα, δηλαδή, να οδηγείται στην τρέλα. Ωστόσο το γεγονός ότι μιμείται τους ήχους των πυροβολισμών αλλά και η κίνηση του, παραπέμπουν στους πολύ αγαπημένους ρόλους του ηθοποιού και στο γέλιο που  βασιζόταν στη σωματική κωμωδία … δηλαδή στο γέλιο που προέρχεται από την κίνηση του σώματος του ηθοποιού.
Είπαμε ότι η ταινία αυτή προβάλλεται την ίδια χρονιά με ¨Το Προξενιό της Άννας¨ και ότι υπάρχει ίσως ένας διάλογος ανάμεσα στον εμπορικό και στον νέο ελληνικό κινηματογράφο. ¨Το Προξενιό της Άννας¨ εστιάζει σε μια ψυχοκόρη, στην Άννα Βαγενά, μόνο που η ψυχοκόρη αντί για την χαρούμενη υπηρέτρια σε δεύτερο ρόλο όπως την είχαμε συνηθίσει ίσως στον εμπορικό κινηματογράφο, εδώ γίνεται πρωταγωνιστικός ρόλος.
Η ταινία εστιάζεται σε μικρές καθημερινές στιγμές και μέσα από αυτές υποβάλλεται η καταπίεση της μεσοαστικής οικογένειας προς την ψυχοκόρη αλλά και η καταπίεση της μητέρας της προς την Άννα.
Την επόμενη χρονιά προβάλλεται η σπονδυλωτή ταινία του Βούλγαρη ¨Ο Μεγάλος Ερωτικός¨ βασισμένη στο ομότιτλο έργο του Χατζιδάκι. Και στο 2ο μισό της δεκαετίας του ’70 σημειώνεται μια έξαρση του νεοελληνικού κινηματογράφου ενώ όμως παράλληλα παρατηρείται και μια σημαντική πτώση στα εισιτήρια γενικώς. Το Happy day¨ του Παντελή Βούλγαρη ταινία αλληγορική για την εξορία κατά την περίοδο της δικτατορίας σημειώνει ωστόσο και εμπορική επιτυχία. Τα 60.000 εισιτήρια του ¨Happy day¨ και το σύνολο των 400.000 που κάνουν όλες οι ταινίες εκείνης της χρονιάς, είναι τα μισά περίπου από όσα έκανε το ¨Υπολοχαγός Νατάσα¨, αξίζει όμως να κρατήσουμε ότι μία αλληγορική ταινία σημειώνει και εμπορική επιτυχία. Θα δούμε ένα απόσπασμα και θα το σχολιάσουμε με συντομία. (απόσπασμα)
Το διάγγελμα που ακούγεται για τις μύγες και τη διαταγή να σκοτώνουν όσες περισσότερες μύγες μπορούν, παραπέμπει στο παράλογο της κατάστασης και της κατάχρησης της εξουσίας, η φωνή που ακούμε μοιάζει λίγο με τη φωνή του δικτάτορα Παπαδόπουλου οπότε εκεί υπάρχει μια αναφορά, ενώ η κάμερα που ταξιδεύει στο στρατόπεδο και το αποκαλύπτει υπενθυμίζει τη σχέση των ανθρώπων με τις συνθήκες της ζωής τους εκεί και τη σχέση των ανθρώπων με το τοπίο. Επίσης υπάρχουν και τα πρώτα στοιχεία αυτοαναφορικότητας στο έργο του Παντελή Βούλγαρη, βλέπουμε ότι πρωταγωνίστησε ο ίδιος τον … αλλά και σε αυτή τη ταινία εμφανίζεται ο Τζίμης ο τίγρης που πρωταγωνιστούσε στην δεύτερη ταινία του.
Το 1980 προβάλλεται ο ¨Ελευθέριος Βενιζέλος¨ ταινία βαθιά πολιτική που προκαλεί έντονες αντιδράσεις και συζητήσεις και συνδυάζει την ιδιαίτερη αισθητική της εικόνας με μεγάλα ονόματα του ελληνικού εμπορικού κινηματογράφου, ενώ  παράλληλα γίνεται και μια προσπάθεια να ανακάμψει ο πιο εμπορικός κινηματογράφος, η Βουγιουκλάκη εμφανίζεται στο ¨Πονηρό θηλυκό, κατεργάρα γυναίκα¨ και ¨Κατάσκοπος Νέλυ¨ και ο Αγγελόπουλος γυρίζει τον ¨Μέγα Αλέξανδρο¨.
Παράλληλα αναπτύσσεται την ίδια περίπου εποχή ο καλλιτεχνικός κινηματογράφος, ¨Οι δρόμοι της αγάπης είναι νυχτερινοί¨ είναι ίσως η πιο γνωστή ταινία της … γίνεται στις αρχές του ’80 όπως και η cult πλέον ταινία ¨Γλυκιά Συμμορία¨ του Νικολαΐδη, το γνωστό σε όλους μας ¨Ρεμπέτικο¨ του Φέρρη, ¨Ταξίδι στα Κύθηρα¨ του Αγγελόπουλου και σε μια ταινία που προσπαθεί να συγκεράσει την ποιότητα και την εμπορικότητα ¨Το Λούφα και Παραλλαγή¨ του Περράκη.
Στα μέσα πλέον του ’80 γίνονται τα ¨Πέτρινα χρόνια¨, ταινία ορόσημο για το έργο του Παντελή Βούλγαρη αλλά και για τον ελληνικό κινηματογράφο. Πρόκειται για την ερωτική ιστορία ενός ζευγαριού στα δύσκολα χρόνια της Ελλάδας 1954 με 1974 όπου μέσω μιας προσωπικής ερωτικής ιστορίας, υποβάλλεται και η ερωτική Ιστορία. Εν τω μεταξύ δημιουργεί μια προσωπική σφραγίδα, όπως ο Μιχάλης Κακογιάννης, ο Τάσος Ψαράς, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος και ο Γιάννης Σμαραγδής διαγράφουν από καιρό την πορεία τους ενώ εμφανίζονται και νέοι δημιουργοί όπως ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης, ο Πέτρος Σεβαστίκογλου και ο Περικλής Κούρσογλου, ο τελευταίος δε αφηγείται ιστορίες φωτίζοντας μικρές στιγμές στη ζωή των ηρώων του στοιχείο που οι κριτικοί συχνά αναφέρουν ως επιρροή από τον Παντελή Βούλγαρη. Στην πιο εμπορική πλευρά κινούνται η Όλγα Μαλέα, ο Σωτήρης … και ο Περράκης.
Το 1988 γυρίζεται η ¨Φανέρα με το 9¨, είναι η ιστορία ενός ποδοσφαιριστή ο οποίος από τη δόξα καταλήγει στην αφάνεια. Μέσα από αυτή την ιστορία σχολιάζεται η τρόπος λειτουργίας του δημοφιλούς αθλήματος στο σύγχρονο πολιτισμό.
Το ¨Όλα είναι δρόμος¨ που θα δούμε σήμερα, είναι ταινία του 1997, πρόκειται για μια σπονδυλωτή ταινία, 3 ιστορίες και θα δούμε απόσπασμα από την δεύτερη ιστορία. (απόσπασμα)
Το κινηματογραφικό κίνημα συνδιαλέγεται από διαφορετικές θεατρικές και κινηματογραφικές συμβάσεις. Ο καλός μας άνθρωπος σκοτώνει κάποιον, η κίνηση του κεφαλιού του Βέγγου όταν πιάνει το όπλο είναι γνωστή στο κοινό από τις εμπορικές κωμωδίες στις οποίες έχει πρωταγωνιστήσει και μας υπενθυμίζει τον φτωχό καλό άνθρωπο που με τεράστιες προσπάθειες κυνηγάει τα όνειρα του. Λίγο νωρίτερα στην ταινία αγροφύλακας Βέγγος αποκαλύπτει … σκερσόζα σαν τη Βουγιουκλάκη¨ μια ευθεία αναφορά στον εμπορικό κινηματογράφο ωσόσο δεν βλέπουμε τον φόνο καθαρά να λαμβάνει χώρα στην οθόνη, αντιθέτως η κάμερα απομακρύνεται, κάτι που θυμίζει ίσως την αρχαία τραγωδία ποτέ δε βλέπουμε τις πράξεις βίας και ιδιαιτέρως τα φονικά. Οι κινήσεις τις κάμερας μέσα από τα αγριόχορτα μας υπενθυμίζει σε δεύτερο επίπεδο τη σημασία του βιότοπου.
Στα τέλη του ’90 και στις αρχές του 2000, ο εμπορικός κινηματογράφος με ταινίες όπως το ¨Safe Sex¨ των Ρέππα – Παπαθανασίου, το ¨Peppermint¨ του Καπάτα, ¨Ο Καλύτερος μου Φίλος¨ των Λαζόπουλου και …, αλλά ίσως η πιο σημαντική σύγκληση του εμπορικού κινηματογράφου και του κινηματογράφου του δημιουργού επιτυγχάνεται με τις ¨Νύφες¨ σε σκηνοθεσία Βούλγαρη, παραγωγή Σκορτσέζε. (απόσπασμα)
Τα αρχικά πλάνα του αποσπάσματος μας δείχνουν τα βλέματα των δύο κεντρικών πρωταγωνιστών που συναντιούνται, αρχίζουν αυτή την προσωπική ιστορία αλλά και τα υπόλοιπα κοντινά πλάνα, τα πλάνα δηλαδή που έχουμε ένα πρόσωπο, μας προσκαλούν να προσέξουμε την απεικόνιση των συναισθημάτων τους ή να ταυτιστούμε με τους χαρακτήρες ενώ ή εναλλαγή τους με τα πλάνα του λιμανιού υπενθυμίζουν την σχέση των ανθρώπων με την απεραντοσύνη της θάλασσας αλλά και τον τόπο από τον οποίο φεύγουν.
Οι γυναίκες μαζικά αλλά και ατομικά πρωταγωνιστούν στο κάδρο. Ο Παντελής Βούλγαρης είναι ένας από τους ελάχιστους έλληνες δημιουργούς που όπως είπαμε αναφέρονται στην διεθνή βιβλιογραφία. Γνωστός για την ενσωμάτωση του δημοφιλούς ελληνικού πολιτισμού όπως και τον ευρωπαϊκών ρευμάτων αλλά τελευταία και στοιχείων του αμερικανικού κινηματογράφου στα έργα του, αποτελεί μια διαρκή υπενθύμιση ότι ο κινηματογράφος εξελίσσεται διαλεκτικά μέσα από αντιθέσεις αλλά και μέσα από συνθέσεις. Σύμφωνα με κάποιες θεωρίες της τέχνης, κάθε δημιουργία, κάθε λογοτεχνικό κείμενο, τραγούδι ή πίνακας, υπάρχει πάντα σε σχέση με άλλες δημιουργίες μέσα σε έναν πολιτισμό. Όταν πηγαίνουμε στον κινηματογράφο, πηγαίνουμε έχοντας ορισμένες προσδοκίες και γνώσεις και όχι ως άγραφα χαρτιά. Δεν θα μπορούσε λοιπόν παρά ο ελληνικός κινηματογράφος να συνδιαλέγεται με το πρόσφατο ή και μακρινό παρελθόν του καθώς και με τις γνώσεις και προσδοκίες του κοινού. Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας.

Αρμένης Γιώργος – Ηθοποιός
Μιλά για τον Παντελή Βούλγαρη

Τι να πω, να πω πρώτα ότι χαίρομαι που βρίσκομαι πάλι στην πόλη σας. Έχω έρθει πολλές φορές με το θέατρο πολύ παλιά με τον Κουν, αλλά σήμερα είμαστε εδώ γιατί μας κάλεσε ο κ. Αγγελίδης για το κεφάλαιο που λέγεται Παντελής Βούλγαρης, που λέγεται ελληνικός κινηματογράφος, που διδαχτήκαμε και μεγαλώσαμε όλοι με εμπορικό και μη εμπορικό και καλλιτεχνικό κινηματογράφο. Υπάρχει πάντα σε όλες τις εποχές, καλώς ή κακώς, δεν υπάρχει ούτε εμπορικός και μη εμπορικός ούτε καλλιτεχνικός. Πιστεύω ότι ο Παντελής γεννήθηκε μέσα από αυτόν τον κόσμο, όλοι γεννήθηκαν μέσα από τον Σακελλάριο, τον Τζαβέλλα, αυτούς τους μεγάλους τεχνίτες, τον Κακογιάννη, και προχωρήσανε στην πορεία.
Αλλά εγώ δεν ξέρω να κρίνω το έργο ενός καλλιτέχνη, μπορώ όμως με μια ματιά, σε μια φωτογραφία που είχε παγώσει στην οθόνη από τις Νύφες ή από τον Θανάση Βέγγο, να καταλάβεις τον καλλιτέχνη, την ψυχή του, τα αισθήματα του, το μονίμως μάτι του Παντελή που είναι υγρό, την ευγένεια της φωνής του και τη μεγάλη ευγένεια της ψυχής του, το ήθος του, είναι ένας καλλιτέχνης σπάνιος για τη χώρα μας και πρέπει να τον έχουμε μέσα σε αγκαλιές, είναι μια μεγάλη ευχή για την χώρα μας, όπως και άλλοι βέβαια, αλλά ο Παντελής είναι ένας σπουδαίος καλλιτέχνης και είναι σπουδαίος καλλιτέχνης όταν συνεργάζεται και με τους ηθοποιούς, που έρχεται, σε πλησιάζει χαμογελώντας για να σου πει κάτι, για να μπορέσει να σου πάρει κάτι ή να μπορέσει να σου κάνει να του δώσεις κάτι. Εγώ είχα την τύχη να βρεθώ, έχω κάνει λίγα πράγματα στον κινηματογράφο, βρέθηκα με τον Παντελή στο ¨Όλα είναι Δρόμος¨, γνωριζόμαστε χρόνια γιατί μας συνδέει το κέντρο των Αθηνών, τα Εξάρχεια, πάντα βρισκόμαστε, πάντα τον χαιρετούσα, μιλάγαμε αλλά δεν είχα την τύχη ποτέ να παίξω σε μια από τις ταινίες του, τον έβλεπα και του έλεγα ¨θέλω να κάνω ένα πέρασμα¨ και ακόμα του το λέω υπόψην για την άλλη ταινία, γιατί σ’ αυτή που μοντάρει δεν έκανα πέρασμα, αλλά μια μέρα μου πήρε τηλέφωνο και μου λέει ¨να πιούμε έναν καφέ στην πλατεία;¨ και στον καφέ αυτό γεννήθηκε το κομμάτι του ρόλου που ανήκει σε μένα, το Βιετνάμ, τον Μάκη …, αυτόν τον υπέροχο ήρωα, εκεί μου δόθηκε ο ρόλος και η ευκαιρία να βρεθώ με τον Παντελή. Ήταν 20 μέρες, ένας μήνας, δεν θυμάμαι πόσο, ήμουν πολύ ευτυχισμένος μαζί τους, όταν είδα την ταινία, στην πρεμιέρα τρόμαξα, δεν είχα ξανακάνει κινηματογράφο, πήρα και το βραβείο, τι άλλο ήθελα πια!
Αλλά αυτά ίσως ακούγονται λίγα, το πόσο βαθιά μπαίνει μέσα στην ψυχή του ηθοποιού, εγώ επειδή πέρασα στη ζωή μου δύσκολα με τα παιδικά μου χρόνια, τα εφηβικά και μετέπειτα πολύ δύσκολα οικονομικά, δεν εκφράζομαι κιόλας, με έκανε … χωρίς να το καταλάβω, μου έβγαλε από μέσα έναν άνθρωπο τον Μάκη … που δεν το πίστευα όταν το είδα ψύχραιμα πια να δω τι είχα κάνει κι εγώ και γι’ αυτό τον ευχαριστώ. Τώρα πρέπει να μιλήσω για τον Παντελή και μιλάω για μένα, σας είπα και από την αρχή ότι δεν έχω ταλέντο καθόλου σ’ αυτά τα πράγματα.
Θέλω να σας πω επίσης, βλέπω την πόλη λίγο θλιμμένη σήμερα, δεν πειράζει μια πεντάρα ήταν, θα έρθουν άλλες νίκες, να μην στενοχωριόμαστε, θέλω να σας βλέπω χαρούμενους, είναι μια πόλη που έχει χαρά, έχει πεδιάδες, έχει βουνά, έχει σπήλαια, έχει λίμνες, έχει καταρράκτες, έχει υπέροχες γυναίκες, συγγνώμη για τους άντρες, απλώς δεν θα μπορούσα ποτέ να έρθω σώγαμπρος εδώ γιατί είμαι κοντός, οι γυναίκες όλες εδώ είναι δίμετρες.
Θα είστε τυχεροί αν έχετε δει την ταινία ¨Όλα είναι δρόμος¨, να δείτε τον Παντελή στο μεγαλείο του στο πρώτο θέμα με τον Δημήτρη Καταληφό, τον πατέρα που ψάχνει τον γιο που αυτοκτόνησε στον στρατό, το δεύτερο θέμα με τον Θανάση Βέγγο και το τρίτο το τελευταίο που παίρνω μέρος κι εγώ. Είναι μια ταινία που σε συγκλονίζει, ζει την Ελλάδα στο μεγαλείο της, στην μιζέρια της, στην αγωνία της. Τον ευχαριστώ πάρα πολύ που υπάρχει και όσο υπάρχει θα είμαι δίπλα του και πρέπει να είμαστε δίπλα του και να τον χειροκροτούμε. Ευχαριστώ Παντελή που είμαι εδώ.

Ιγγλέση Ειρήνη – Ηθοποιός
Μιλά για τον Παντελή Βούλγαρη

Γιώργο, έχω παίξει σε πέντε ταινίες του Παντελή. Δεν μπορώ να μιλήσω απλώς καλλιτεχνικά για τον Παντελή, είναι πολύ συναισθηματική και η σχέση που έχω με τον Παντελή. Πρωτοδουλέψαμε πριν από 30 χρόνια και εδώ και 30 χρόνια είμαστε πολύ φίλοι, τον αγαπώ, τον εκτιμώ και το κυριότερο, όποτε με φωνάζει να παίξω είμαι πολύ χαρούμενη.
Ο Παντελής, μου έμαθε τον κινηματογράφο, έχω παίξει και σε άλλες ταινίες αλλά με τον Παντελή έμαθα να παίζω στον σινεμά. Η ματιά του που πέφτει στην πραγματικότητα της πατρίδας μας, της πόλης μας και κυρίως στα πρόσωπα των απλών καθημερινών ανθρώπων που περνάνε την μοναξιά τους, την τρυφερότητα τους, τον θυμό τους πολλές φορές, το αδιέξοδο στην κοινωνία που ζούμε, αυτό ο Παντελής το έχει σε όλες του τις ταινίες. Είναι ένα στοιχείο που το εκφράζει τόσο απλά, τόσο καθημερινά, τόσο δυνατά. Γιατί είναι αληθινός.
Το θέατρο, η ηθοποιία, παριστάνουμε, παίζουμε, αλλά νομίζω παίζουμε τόσο πιο καλό ένα καλλιτέχνημα γιατί παίζει και πρέπει να παίζει με την αλήθεια.
Με τον Παντελή έχουμε περάσει δύσκολες στιγμές στα γυρίσματα, ευχάριστες, δυσάρεστες, ποτέ δεν τον άκουσα να φωνάζει, να θυμώνει. Είναι ο σκηνοθέτης που είναι πάντα δίπλα στον ηθοποιό του, να του δώσει θάρρος, το είπε και ο Γιώργος και το έχω αισθανθεί και εγώ, δεν ξέρω ποιος είναι αυτός ο θαυμαστός τρόπος που έχει, να σε κάνει πολύ απλά να λες ότι πιο σωστό μπορείς σε έναν ρόλο και να βγάλεις και την ψυχή σου. Σου δίνει έναν ρόλο, τον δουλεύεις στο σπίτι, τον συζητάμε πριν αρχίσει το γύρισμα, ξαφνικά αρχίζει και μπαίνει κανείς στο πλάνο για να δουλέψει και γυρίζει μια ατμόσφαιρα που ξεχνάς τι έχεις κάνει, τον κοιτάς και η ατμόσφαιρα που έχει δημιουργήσει συντονίζοντας και τους άλλους συντελεστές, τον διευθυντή φωτογραφίας, τον σκηνογράφο, τον ενδυματολόγο, τον φωτιστή, σε κάνει να παίζεις αυτό που θέλει και δεν το καταλαβαίνεις γιατί έρχεται μόνο του.
Παντελή μου ξέρεις πόσο σε ευχαριστώ, δεν μπορώ να μιλήσω, να κρίνω πιο πολύ τη δουλειά σου, έχουν γραφτεί τόσα πράγματα, έχουν ειπωθεί από πολύ σπουδαίους ανθρώπους, επιστήμονες, καλλιτέχνες, τόσα πολλά πράγματα για σένα και όχι μόνο εδώ αλλά και στο εξωτερικό, και εσύ όλα αυτά τα δέχεσαι σιωπηλά. Ελπίζω όλες οι κουβέντες μας, όλοι οι άνθρωποι που σ’ αγαπάν, το κοινό … (τέλος α’ μέρους CD).

Παντελής Βούλγαρης: Σκηνοθέτης – Μιλά για τη νέα του ταινία «Ψυχή Βαθιά»

Ευχαριστώ πάρα πολύ για την αγάπη σας, ευχαριστώ τον Πέτρο τον Αγγελίδη που με έπρηξε δυο χρόνια γι’ αυτή την εκδήλωση. Όταν κάνω μια ταινία είμαι τόσο κλειστά στον χώρο που δουλεύω, στους ανθρώπους, έχω τόσο μεγάλη ανασφάλεια τι έχω στο μυαλό μου και τι τελικά πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων που ένα ταξίδι στις Σέρρες, που τη βρίσκω μια πόλη ζωντανή, με άπειρα σουβλατζίδικα, μου δίνει κουράγιο για να συνεχίζω.
Έχω πάρει ένα Όσκαρ, απλώς δεν το έχω πάρει στο Λος Άντζελες, το έχω πάρει στη Σάμο. Πριν από χρόνια, με ένα μικρό συνεργείο έκανα γυρίσματα για ένα ντοκυμανταίρ πάνω στη ζωή και στο έργο του Γιάννη Ρίτσου και είχα μια εικόνα στο μυαλό που έπρεπε οπωσδήποτε να την πραγματοποιήσω. Έψαχνα για ένα τοπίο με ένα μικρό αμπελώνα, και στο βάθος μέσα στον αμπελώνα χωμένο ένα σπιτάκι, έψαχνα, δεν το έβρισκα, κάποια στιγμή ο ταξιτζής μου λέει ¨πρέπει να φύγετε από τον δημόσιο δρόμο, να περάσεις στον χωματόδρομο, πίσω από τον λόφο θα βρεις αυτό που ψάχνεις¨. Πράγματι, μόλις φτάσαμε στο λόφο βρήκαμε αυτό που είχα ονειρευτεί. Αφήσαμε το αυτοκίνητο και πέντε άτομα το συνεργείο και εγώ, διασχίζαμε τα κλήματα, τον αμπελώνα, και πλησιάζοντας το σπίτι ακούσαμε όργανα και ξαφνικά βρεθήκαμε απρόσκλητοι καλεσμένοι σε ένα γλέντι, κάποιος γιόρταζε, ένα σόι ολόκληρο, καμιά 25αριά άτομα, χορεύανε, τρώγανε, ξαφνιαστήκανε γιατί μας βλέπαν σαν διαστημάνθρωπους και ρωτήσαν ποιοι είμαστε και τι θέλουμε και είπαμε ότι είμαστε ένα συνεργείο και τους ρωτήσαμε αν επιτρέπεται να σταθούμε κοντά τους και να κινηματογραφήσουμε κάποιες εικόνες. Το δεχτήκαν. Κάποια στιγμή η σπιτονοικοκυρά με κοίταζε έντονα, μου είπε ¨Εσείς τι δουλειά κάνετε¨; Λέω ¨Σκηνοθέτης¨, λέει ¨Στην τηλεόραση¨; ¨Όχι στον κινηματογράφο¨, ¨Ποιες ταινίες έχετε κάνει¨; ¨ Αρκετές, τα Πέτρινα Χρόνια παίχτηκαν πριν από 15 μέρες στην τηλεόραση¨, μου λέει ¨Εσείς έχετε κάνει τα Πέτρινα Χρόνια¨; Μπαίνει μέσα στο σπιτάκι και επιστρέφει με 40 πιάτα και μου τα σπάει μπροστά μου, ¨Για τα Πέτρινα Χρόνια¨ μου λέει. Αυτό είναι το Όσκαρ το δικό μου που το έχω πάρει στη Σάμο, για τον κόπο όχι μόνο τον δικό μου αλλά και των ανθρώπων που με εμπιστεύονται και μου στέκονται σε όλο αυτό το διάστημα που γυρίζω μια ταινία.
Η αντίρρηση μου, μ’ αυτόν τον τίτλο που έχει επικρατήσει τώρα και συνοδεύει κάθε ταινία, ελληνική ή ξένη, αυτός το τίτλος που λέει ¨μια ταινία του τάδε¨, εμένα δεν με εκπροσωπεί. Παλιότερα η αναφορά στον σκηνοθέτη είτε τον τίτλο ¨Σκηνοθεσία¨ και το όνομα από κάτω. Το μια ταινία είναι υπερβολικό, χωρίς τα μάτια της Ειρήνης, χωρίς το χέρι του Γιώργο, χωρίς τον Θανάση, χωρίς την Αλέκα Παΐζη, χωρίς τον Σταύρο Παράβα, χωρίς τον Τζώρτζογλου, δεν μπορώ να κάνω βήμα.
Η πραγματοποίηση μιας ταινίας, όσα σχέδια και αν έχεις κάνει, όσο προγραμματισμό και αν έχεις κάνει, οριστικοποιείται σ’ αυτό το κρίσιμο σημείο της ημέρας της εργασίας που έχεις τον ηθοποιό δίπλα σου. Και πολλές φορές οι ιδέες που προτείνονται από τους ηθοποιούς αλλά και από τους τεχνικούς, οι τεχνικοί είναι οι πρώτοι μου θεατές, μόλις γυρίζω ένα πλάνο γυρίζω και κοιτάζω πίσω μου και βλέπω τα βλέμματα των ηλεκτρολόγων, των τεχνικών και βλέπω την επιδοκιμασία ή την άρνηση και πολλές φορές την συμβουλή τους να το ξανακάνουμε άλλη μια φορά, χωρίς λοιπόν όλον αυτόν τον κόσμο δεν μπορώ να κάνω σινεμά. Ο κινηματογράφος δεν είναι μια μοναχική τέχνη, είναι μια συλλογική τέχνη. Ένα πολύ μεγάλο διάστημα, για να έρθουμε στην τελευταία ταινία, στην ταινία που τελείωσα τώρα, αφορά μόνο τον σκηνοθέτη, είναι η περίοδος της έρευνας όσον αφορά τα ιστορικά στοιχεία μιας ταινίας που αφορά μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο, η έρευνα για τα πρόσωπα, η έρευνα για τα αντικείμενα, η έρευνα για τις συνθήκες ζωής, η έρευνα για τα εστιατόρια και τι σέρβιραν εκείνη την εποχή, η έρευνα για τις εκπομπές στο ραδιόφωνο, η έρευνα για τους κινηματογράφους και τι έπαιζαν εκείνη την εποχή, για να βγει σε τελική ανάλυση, στο τέλος ένα υλικό 100-110 σκηνών που συμπυκνώνονται μέσα και έχουν  διαμορφωθεί μέσα από αυτή τη τεράστια έρευνα που κάνει ο σκηνοθέτης, αυτή μια απλή ιστορία η οποία θα αποτυπωθεί μετά από το γύρισμα στην ταινία.
Οι ταινίες που έχω κάνει και που έχω επεξεργαστεί, ήρθαν και με βρήκαν, οι ιστορίες δηλαδή, πολλές φορές μια ιστορία που μπορεί να ακούσεις σε ένα ταβερνάκι, ένα βλέμμα στο μετρό, ένα κλάμα ενός κοριτσιού στη στάση του προαστιακού, ένα βιβλίο, ένα λογοτέχνημα, ένα ρεπορτάζ από τη τηλεόραση μπορεί να είναι η αφορμή κατά κάποιον τρόπο να γυρίσει το κλικ της ευαισθησίας της μαγικής περιοχής αυτής που υπάρχει μέσα σε κάθε καλλιτέχνη είτε είναι κινηματογραφιστής είτε όχι για να μπει σ’ αυτό που λέμε ενέργεια ή προσέγγιση ενός θέματος.
Εγώ μεγάλωσα με μια εικόνα στο σπίτι μου, γιατί ήμουν από σπίτι θρησκευόμενων η οποία αναπαριστά την ζωοδόχο πηγή. Η εικόνα λοιπόν είναι μια πλατεία με μια μαρμάρινη δεξαμενή και γύρω από τη δεξαμενή είναι ξαπλωμένοι οι ασθενείς, οι τραυματίες, παραμορφωμένοι άνθρωποι και περιμένουν τη στιγμή που το Άγιο Πνεύμα σαν περιστέρι θα εμφανιστεί και θα ακουμπήσει πάνω στη πηγή και ο πρώτος που θα προλάβει να μπει μέσα και θα βραχεί, γίνεται καλά. Κανένας δεν ξέρει αυτή τη στιγμή. Κάπως έτσι είναι αυτή η στιγμή που εμβολίζει το μυαλό και την ευαισθησία και σε σπρώχνει για να δημιουργήσεις.
¨Η Ψυχή Βαθιά¨ προέκυψε κατά ένα περίεργο τρόπο όταν έψαχνα να βρω χώρους για την προηγούμενη ταινία για τις ¨Νύφες¨.  Στην αρχή της ταινίας τα κορίτσια φεύγουν από ερειπωμένα χωριά και με ενημερώσαν ότι στην Καστοριά, προς τις Πρέσπες υπάρχουν καμιά 10αριά πλιθόχτιστα εγκαταλελειμένα χωριά και μ’ αυτή την αφορμή ανέβηκα στην Καστοριά.
Είχα φίλους στην Καστοριά και δημιούργησα πολλούς γιατί το κέρδος σε μια ταινία είναι η αρχή δεσμών φιλίας με ανθρώπους που σου στέκονται, όπως είναι και εδώ στις Σέρρες, και επιστρέφοντας στην Αθήνα και έχοντας την χωροταξική αίσθηση της περιοχής, δηλαδή αυτά τα θρυλικά βουνά τον Γράμμο και το Βίτσι, μπήκα στην ιστορική έρευνα. Η ιστορία με αφορά πολύ περισσότερο από τη λογοτεχνία, παρόλο που η γυναίκα μου είναι λογοτέχνης, δεν διαβάζω αμέσως τα βιβλία της, συχνά έχω μπει στην έρευνα μιας περιόδου που δεν είναι σίγουρο και δεν είμαι και σίγουρος ότι θα αναφερθώ φραστικά σ’ αυτή την περίοδο, δηλαδή κατά περιόδους έχω ασχοληθεί με τον Αλή Πασά, ένα πρόσωπο που με ενδιέφερε, έφτασε να ξέρω τι ώρα έτρωγε το μεσημέρι, πότε πλενόταν, αν πλενόταν, το πρώτο του ραντεβού με τον Λόρδο Μπάυρον, κάθε λεπτομέρεια που μπορούσε να υπάρχει για την εποχή και τον Αλή Πασά και την ξέρατε.
Η 4η Αυγούστου και ο Ιωάννης Μεταξάς, μια άλλη περίοδος που την ξέρω πολύ καλά. Ο εμφύλιος ήταν μια περίοδος που δεν την ήξερα ακριβώς καλά, δεν μπορούσε να καταλάβω ακριβώς τι είχε συμβεί. Εξάλλου αυτό το κομμάτι της ιστορίας, της τραγωδίας, παρέμενε κρυφό και στην εκπαίδευση αλλά και στα σπίτια μας. Προέρχομαι δε από ένα οικογενειακό περιβάλλον που θρήνησε και θύματα και από τις δύο πλευρές. Επιστρέφοντας λοιπόν μπήκα στην έρευνα η οποία κράτησε 9 χρόνια, γύρω στα 600 βιβλία περίπου αριθμεί η δική μου βιβλιοθήκη για τον εμφύλιο. Άπειρες συναντήσεις με ανθρώπους που έζησαν τα γεγονότα και σαν πρωταγωνιστές ή σαν απλοί συμμετέχοντες. Στη Θεσσαλονίκη, στη Πτολεμαΐδα, στην Κοζάνη, στις Πρέσπες, στην Καστοριά, στην Αθήνα.
Από όλο αυτό το υλικό και κατά τη διάρκεια της έρευνας αισθάνθηκα δύο πολύ σημαντικά στοιχεία, ότι μιλάμε για έναν πόλεμο φοβερά σκληρό, και για μια περίοδο και για έναν πόλεμο πολύ ανθρώπινο. Αυτή ήταν αν θέλετε και η πρόκληση, να μπω σε ένα κομμάτι δυσάρεστο, σε ένα κομμάτι της ιστορίας κρυμένο και να δοκιμάσω την αντοχή μου προσπαθώντας να καταλάβω και τους μεν και τους δε. Κυρίως γιατί δεν είμαι ούτε πολιτικός, ούτε εισαγγελέας, ούτε ιστορικός, να καταλάβω τα νέα παιδιά, αυτά που θυσιαστήκαν στα βουνά που αφορούν και τους στρατιώτες και τους αντάρτες.
Κλείνω με την ευχή όσους βλέπω, να μπείτε να δείτε την ταινία τον Οκτώβρη, και έχω φέρει ένα μικρό δείγμα που το συνοδεύει ένα πρώτο σχεδίασμα για την μουσική της ταινίας που έχει γράψει ο Γιάννης Αγγελάκας και τελειώνοντας να σας ευχαριστήσω για την τιμή και την χαρά που μου δώσατε σήμερα το βράδυ. Να είστε καλά.

Πρόταση για κινηματογραφικό θεσμό στις Σέρρες από τον επικεφαλής του δημοτικού συνδυασμού της Δημοτικής Πρωτοβουλίας Σερραίων Πέτρο Αγγελίδη.

Καλησπέρα σας. Θέλω να σας ευχαριστήσω μέσα από τα βάθη της ψυχής μου, που τιμάτε με την παρουσία σας την σημερινή εκδήλωση. Να μην αναφερθώ έναν προς έναν στους επισήμους, όμως δεν είναι δυνατόν να μην ευχαριστήσω και τον κ. Νομάρχη τον κ. Φωτιάδη που βρίσκεται κοντά μας, τους αντινομάρχες, τους αντιδημάρχους, νομαρχιακούς και δημοτικούς συμβούλους, τον κ. Γκόνη τον καλλιτεχνικό διευθυντή του ΔΗΠΕΘΕ, συγγνώμη αν έχω ξεχάσει κάποιους, γιατί δεν ήμουν από την αρχή για να ξέρω ποιοι ήρθαν. Δεν είναι δυνατόν να μην ευχαριστήσω τους καλεσμένους ομιλητές μας, να μην ευχαριστήσω τον κορυφαίο σκηνοθέτη μας τον Παντελή Βούλγαρη, και Παντελή αν σε έπρηξα δυο χρόνια από αγάπη σε έπρηξα να ξέρεις. Είναι δείγμα της αγάπης μας. Ευχαριστούμε τους ηθοποιούς μας Ειρήνη Ιγγλέση και Γιώργο Αρμένη, την Λέκτορα του Τμήματος Κινηματογράφου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης την κ. Αδάμου, ευχαριστούμε την συμπολίτισσα μας την κ. Μεντίζη Μαρία και την κ. Κακλαμανίδου Δέσποινα, λέκτορα επίσης του ιδίου τμήματος που μας τιμά με την παρουσία της. Βλέπω τώρα κι άλλους, και τον κ. Τζελέπη.
Εκ μέρους της Δημοτικής Πρωτοβουλίας Σερραίων θα καταθέσω πρόταση σχετικά με τον κινηματογράφο με την προοπτική να γίνει θεσμός στην πόλη μας. Πριν καταθέσω την πρόταση, θα ήθελα να σας πω ότι την πρόταση αυτή την καταθέτουμε για να δώσουμε το ερέθισμα να δημιουργηθούν σκέψεις και προβληματισμοί, για τους συμπολίτες μας που ενδιαφέρονται για κάτι τέτοιο, με στόχο να δημιουργηθεί ένας κινηματογραφικός θεσμός στην πόλη που νομίζω ότι έχει να προσφέρει πάρα πολλά. Δεν είναι της ώρας να αναφέρουμε, πως μπορεί να προσφέρει.
Η πρόταση που καταθέτουμε ασφαλώς επιδέχεται και βελτιώσεις και τροποποιήσεις και αν υπάρχει καλύτερη πρόταση είναι αποδεκτή η καλύτερη πρόταση. Η πρόταση που θα ακούσετε σε λίγο, την συζητήσαμε και με τον πρόεδρο του τμήματος κινηματογράφου της σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου τον κ. Τσινίκα και την κ. Αδάμου, τη συζητήσαμε και με τον Παντελή Βούλγαρη και το τμήμα Κινηματογράφου είναι στη διάθεση των τοπικών αρχών να βοηθήσει σε κάτι τέτοιο και μην ξεχνάτε ότι  με την ολοκλήρωση του δρόμου Σερρών – Θεσσαλονίκης, οι Σέρρες γίνονται συνοικία της Θεσσαλονίκης και ότι μπορούμε να εκμεταλλευτούμε με την καλή έννοια, δηλαδή να αξιοποιήσουμε ότι μπορούμε να αξιοποιήσουμε από τη Θεσσαλονίκη πρέπει να το αξιοποιήσουμε και το τμήμα κινηματογράφου είναι δίπλα μας. Νομίζω ότι μπορούμε να συνεργαστούμε, είναι στη διάθεση μας να κάνουμε αυτή τη συνεργασία, όπως επίσης και ο Παντελής ο Βούλγαρης είναι πρόθυμος να βοηθήσει για κάτι τέτοιο. Και πιστεύω ότι και άλλοι θα προθυμοποιηθούν για να βοηθήσουν.
Ποια είναι η πρόταση; Μην νομίζετε ότι είναι κάτι το πολύ σπουδαίο. Προτείνουμε τη δημιουργία κινηματογραφικού θεσμού στην πόλη των Σερρών με τίτλο ¨Τριήμερο Κινηματογραφικό Αφιέρωμα στις Σέρρες¨, ο θεσμός αυτός θα πραγματοποιείται κάθε χρόνο στην πόλη των Σερρών από τον δήμο Σερρών, σε συνεργασία με το τμήμα κινηματογράφου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και την κινηματογραφική λέσχη Σερρών. Στο θεσμό αυτό θα κυριαρχεί κάθε χρόνο ένα συγκεκριμένο θέμα το οποίο σχετίζεται με τον κινηματογράφο, πχ. Σκηνικά και Κινηματογράφος, Κουστούμια και Κινηματογράφος, Υποκριτική και Κινηματογράφος, Σενάριο και Κινηματογράφος, Μουσική και Κινηματογράφος και ούτω καθεξής. Οπότε ο τίτλος του θεσμού μπορεί να συμπληρώνεται και με το συγκεκριμένο θέμα, δηλαδή ¨Τριήμερο Κινηματογραφικό Αφιέρωμα στις Σέρρες – Σκηνικά και Κινηματογράφος¨ και ούτω καθεξής. Για το θέμα αυτό του τριημέρου θα πραγματοποιούνται ομιλίες, διαλέξεις, συζητήσεις, σεμινάρια κ.λπ. Ομιλητές των θεμάτων αυτών θα είναι εξέχουσες προσωπικότητες του κινηματογραφικού χώρου και πανεπιστημιακών σχολών της Ελλάδος και του εξωτερικού. Οι εργασίες των θεμάτων αυτών θα συνοδεύονται και από έκδοση πρακτικών. Στο θεσμό αυτό επίσης θα προσκαλούνται και θα τιμώνται προσωπικότητες του ελληνικού και διεθνού κινηματογράφου όπως ηθοποιοί, σκηνοθέτες, σεναριογράφοι, σκηνογράφοι, μουσικοί κλπ. Και θα προβάλλονται ταινίες τους.
Αυτή είναι η πρόταση της Δημοτικής Πρωτοβουλίας με στόχο να δώσει ένα πρώτο ερέθισμα για να γίνουν συζητήσεις και ελπίζουμε ότι θα τα καταφέρουμε και μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν κινηματογραφικό θεσμό που θα κάνει την πόλη μας και τον νομό να βγει έξω  και από την Ελλάδα. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

Comments are closed.