ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ
«ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΛΥΤΑΡΧΙΕΣ ΟΙ ΓΡΙΦΟΙ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ»
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΥΝ ΟΙ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟΙ:
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΔΩΔΟΣ, ΗΛΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
ΚΑΙ Ο ΙΔΙΟΣ Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΘΑΝΑΣΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ.
Δημοσθένης Δώδος – Επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Όταν μιλάμε για δημοκρατικά καθεστώτα, η πρώτη σκέψη του καθενός μας πάει στην έννοια εκλογές, ενώ αντίθετα θεωρούμε ότι στα πάσης φύσεως απολυταρχικά ή αυταρχικά καθεστώτα αυτή η έννοια δεν υφίσταται. Δεν υφίσταται πράγματι, ή μήπως σε διάφορα απολυταρχικά καθεστώτα στήνονται κάλπες παρόλα αυτά με στόχο την νομιμοποίηση τη νομιμοποίηση της πολιτικής ηγεσίας, δηλαδή των εκεί εξουσιαστών;
Και μετά αρχίζουν διάφορα άλλα ερωτήματα. Εκλογές, και ποια είναι η ενδεδειγμένη εκλογική διαδικασία; Παράδειγμα είναι η συμμετοχή σε διάφορα όργανα; Ή μήπως η δια βοής εκλογή; Ή μήπως η πιο ενδεδειγμένη μέθοδος είναι η κλήρωση η οποία σύμφωνα με τον Αριστοτέλη αποτελούσε και τον δημοκρατικότερο τρόπο επιλογής αρχόντων; Και ακόμη, τα ίδια εκλογικά δικαιώματα, αυτό που όλοι μας γνωρίζουμε και λέμε ότι έχουμε εκλογικά δικαιώματα τα οποία τα έχουμε γιατί τα βρήκαμε, τα ασκούμε και καμιά φορά δεν τα ασκούμε, πηγαίνουμε στις παραλίες όταν ο καιρός είναι καλός, όταν έχουμε τριήμερα, όπως κάναμε πολύ πρόσφατα πριν από ένα χρόνο περίπου. Πως βρεθήκαμε εμείς να έχουμε και να κατέχουμε αυτά τα αυτονόητα εκλογικά δικαιώματα άνω των 18 ετών, ψηφίζουμε σε μυστική ψηφοφορία και η κάθε ψήφος έχει βαρύτητα κ.λπ.; Ήταν πάντα έτσι ή μήπως έχει δίκιο ο Αριστοτέλης και ο Πλάτωνας που χαρακτήριζαν την λαϊκή δημοκρατία του 5ου αιώνα ως ¨πολίτευμα παρακμής¨; Διότι ¨οι ελεύθεροι και άποροι, πλείους όντες, κύριοι της αρχής ώσιν¨, δηλαδή, επειδή οι ελεύθεροι πολίτες, οι άποροι, παραγίναν πολλοί, κάνουν κουμάντο στην Πολιτεία. Και ποιοι ήταν οι ελεύθεροι; Ήταν οι Αθηναίοι πολίτες, δηλαδή αυτοί που είχαν και τους δύο γονείς Αθηναίους πολίτες και οι άποροι ποιοι ήταν; Ήταν οι εμπορευόμενοι, οι αγρότες, οι μισθωτοί, η μεσαία τάξη θα λέγαμε σήμερα.
Και παραπέρα, αφού πέρασαν κάποιοι αιώνες, πόσο δημοκράτης και πραγματικά φιλελεύθερος, σε δύσκολες μέρες να σημειώσουμε, υπήρξε ο φιλόσοφος George Stewart Mill, ο οποίος το 1861 θεωρεί ότι ο περιορισμός των εκλογικών δικαιωμάτων, όπως τον εφάρμοζε ο πρώιμος φιλελευθερισμός είναι και άδικος, δεν διαπαιδαγωγεί σωστά τους πολίτες και προκαλεί και δυσαρέσκειες. Και τι πρότεινε αυτός ο φιλόσοφος; Πρότεινε το 1861 για πρώτη φορά τη χορήγηση του γενικού καθολικού εκλογικού δικαιώματος σε όλους, άνδρες και γυναίκες, μια εκτός τόπου και χρόνου για την εποχή του πρόταση, προφανώς. Βέβαια, επειδή τίποτα δεν είναι αθώο, συνδέει τα εκλογικά δικαιώματα, την επέκταση των εκλογικών δικαιωμάτων, με συγκεκριμένα προσόντα ιδίως ποιοτικού χαρακτήρα. Εκλογείς μπορούν να είναι οι άνδρες και οι γυναίκες, οι οποίοι να μπορούν να διαβάζουν, να γράφουν, να λογαριάζουν καθώς και όσοι πληρώνουν φόρους. Ας το σκεφτεί ο Υπουργός Οικονομίας αυτό. Αλλά και η ψήφος αυτών των ανδρών ή γυναικών που μπορούν να διαβάζουν, να γράφουν και να λογαριάζουν δεν είναι ισότιμη. Οι πλέον μορφωμένοι, λέει ο Mill, πρέπει να έχουν δύο και τρεις ψήφους, οι υπόλοιποι μία.
Αυτή η θεωρία διατυπώνεται στην Αγγλία, σε μια εποχή που τόσο στην Αγγλία όσο και στην Ευρώπη έχουμε την άνοδο του εργατικού κινήματος το οποίο διεκδικεί το δικαίωμα στη συμμετοχή στη διαμόρφωση των κοινών και στις αποφάσεις που καθορίζουν τη ζωή των ανθρώπων, συνεπώς η πρόταση για ένα ποιοτικού χαρακτήρα εκλογικό δικαίωμα αποβλέπει περισσότερο στο να αποκλειστεί η δυνατότητα της συμμετοχής της εργατικής τάξης στις εκλογικές διαδικασίες παρά στην διεύρυνση αυτού καθ’ αυτού του εκλογικού δικαιώματος.
Στο κεφάλαιο ¨ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΕΚΛΟΓΕΣ¨ ο Διαμαντόπουλος κάνει μια εκτεταμένη αναφορά στο ζήτημα της διεύρυνσης των εκλογικών δικαιωμάτων στον δημοκρατικό κυρίως χώρο. Είναι ενδιαφέρον να αναρωτηθεί κανείς βλέποντας τις χρονικές αποστάσεις στην καθιέρωση του καθολικού εκλογικού δικαιώματος των ανδρών σε σύγκριση με την εκ των υστέρων επέκταση του δικαιώματος και στις γυναίκες. Όπως επίσης και τις αποστάσεις που χαρακτηρίζουν την ίδια την καθιέρωση του καθολικού και εκλογικού δικαιώματος στους άνδρες, από χώρα σε χώρα της Ευρώπης.
Στην Ελλάδα για παράδειγμα, το καθολικό εκλογικό δικαίωμα καθιερώθηκε υποτίθεται ήδη από το Σύνταγμα της πρώτης εν Επιδαύρω Εθνοσυνέλευσης, δηλαδή από την 1/1/1822, πλην όμως ο εκλογικός νόμος ο οποίος ψηφίστηκε τον Νοέμβριο του 1822 προέβλεψε ορισμένες εξαιρέσεις στην καθολική ψηφοφορία και προέβλεψε κυρίως την έμμεση ψηφοφορία, άρα μεσολαβούσε ένα άλλο, μια άλλη βαθμίδα από την ψήφο του κάθε Έλληνα άνδρα πολίτη, μέχρι το ποιος θα εκλεγεί τελικά βουλευτής.
Στη συνέχεια, λίγα χρόνια αργότερα, ο Καποδίστριας προσπάθησε να συνδέσει τα εκλογικά δικαιώματα με την κατοχή ακίνητης περιουσίας. Ήταν άραγε ένας εξουσιαστής απολυταρχικών απόψεων ο Καποδίστριας ή μήπως επιδίωκε κάτι άλλο; Γιατί η επόμενη επιδίωξη του Καποδίστρια ήταν να μοιράσει τις λεγόμενες ¨Εθνικές γαίες¨, που είχαν περιέλθει στο ελληνικό κράτος όταν έφυγαν οι Οθωμανοί, στους ακτήμονες. Άρα ο συνδυασμός του εκλογικού δικαιώματος, της παραχώρησης εκλογικών δικαιωμάτων σε όσους είχαν έγγειο περιουσία, ένα χωράφι, ένα σπίτι κ.λπ. και η προσπάθεια για την διανομή των ¨εθνικών γαιών¨ τις οποίες εποφθαλμιούσαν βέβαια οι κοτζαμπάσηδες, έτεινε στην καθιέρωση του καθολικού εκλογικού δικαιώματος για όλους τους Έλληνες. Απλώς προσπαθούσε ο Καποδίστριας να ξεκόψει τον κόσμο, τον ακτήμονα κόσμο, 1ον από τη μιζέρια του, θα τους έδινε ένα χωράφι και 2ον να τον ξεκόψει από την απειλή των κοτζαμπάσηδων. Το τι συνέβη το ξέρουμε όλοι από την ιστορία. Δολοφονήθηκε ο Καποδίστριας, από ποιους; Από τους κοτζαμπάσηδες.
Για να πάμε λίγο πιο πέρα, σε άλλες χώρες, λίγο πιο βόρειες, πιο ψυχρές, πιο καλά οργανωμένες και πιο δημοκρατικά. Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί διαβάζοντας το βιβλίο του Διαμαντόπουλου γιατί εν πάση περιπτώσει στη Φιλανδία, τη μακρινή σε μας Φιλανδία, καθιερώθηκε το εκλογικό δικαίωμα και για τους άνδρες και για τις γυναίκες, ήδη από το 1906, και γιατί στη διπλανή Νορβηγία το εκλογικό δικαίωμα για τις γυναίκες καθιερώθηκε το 1913; Η απάντηση είναι και πάλι στην ιστορία των χωρών αυτών και στο πως συγκροτήθηκαν αυτά τα Εθνικά κράτη. Για να μη σας αφήνω σε αγωνία, στη μεν Φιλανδία υπήρξε ένα κίνημα αποτίναξης της Τσαρικής κυριαρχίας, παραχωρήθηκε στη Ρωσία από τη Σουηδία η οποία κατείχε τη Φιλανδία, στο κίνημα αυτό είχαν πάρει πολύ ενεργό μέρος οι γυναίκες, άρα λοιπόν όταν το 1905 η Φιλανδία έγινε ανεξάρτητη, κατάφερε να κερδίσει την ανεξαρτησία της, ήταν προφανές ότι οι γυναίκες δεν μπορούσαν να ξαναπάνε στην κουζίνα τους.
Η Νορβηγία είχε δοθεί στη Σουηδία η οποία είχε δώσει τη Φιλανδία στη Ρωσία ως αντιστάθμισμα για τη Φιλανδία. Στη Νορβηγία δημιουργείται ένα πολύ δραστήριο και μαχητικό εργατικό και παράλληλα ένα ανοδικό κίνημα, το οποίο κοντά στα άλλα είναι και εθνικό και απελευθερωτικό. Το 1851 το συντρίβουν οι Σουηδοί, αυτά τα δύο κινήματα, αιματηρή καταστολή, 50 χρόνια μετά, το 1905 η Νορβηγία αποκτά την ανεξαρτησία της. Άρα λοιπόν θα μπορούσε κανείς να πει ότι και η κοινωνική εξέλιξη μιας χώρας και ο τρόπος που συγκροτήθηκε η χώρα η ίδια και η εξέλιξη της οικονομίας σε πολλές περιπτώσεις προσδιορίζει και το κατά πόσο και με ποια ταχύτητα θα διευρυνθούν τα εκλογικά δικαιώματα.
Για να μην πάμε, βεβαίως, στην περίπτωση της Ελλάδας στο ζήτημα της γυναικείας ψήφου όπου αφού τέλος πάντων μετά τον πόλεμο υπήρξε μεγάλη πίεση για την παραχώρηση εκλογικών δικαιωμάτων σε γυναίκες, φτάσαμε στο Σύνταγμα το 1952 με το οποίο καθιερώθηκε η παραχώρηση των εκλογικών δικαιωμάτων στις γυναίκες, πλην όμως το Σύνταγμα, ο νόμος, έβαζε και μια άλλη προϋπόθεση, ότι εάν οι εκλογές γίνουν πριν τις 15 Νοεμβρίου του 1952, τότε δεν θα ψηφίσουν οι γυναίκες. Και, ω του θαύματος, οι εκλογές προκηρύχθηκαν το 1952 και πότε προκηρύχθηκαν; Κατά το προφανές, στις 15 Νοεμβρίου του 1952. Και εάν δεν είχε συμβεί να πεθάνει ένας ο οποίος είχε εκλεγεί βουλευτής, αλλά δεν μπόρεσε να πάει στη Βουλή, δεν πρόλαβε να πάει στη Βουλή, τότε οι γυναίκες θα ψήφιζαν για πρώτη φορά το 1956, συνέβη αυτό το γεγονός και έτσι οι γυναίκες της Θεσσαλονίκης ψήφισαν για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1953 και εξελέγη και η πρώτη γυναίκα βουλευτής.
Από την άλλη μεριά η Ελλάδα άργησε πάρα πολύ να παραχωρήσει το εκλογικό δικαίωμα στις γυναίκες. Έχουμε και μια άλλη χώρα υπόδειγμα δημοκρατίας η οποία έχει και δημοψηφίσματα και διαβουλεύσεις κ.λπ., την Ελβετία. Στην Ελβετία το εκλογικό δικαίωμα στις γυναίκες παραχωρήθηκε το 1971, όσο και αν φαίνεται περίεργο. Διότι στις προηγούμενες προσπάθειες, οι άνδρες ψηφοφόροι που μετείχαν στα δημοψηφίσματα απέρριπταν με ποσοστό 70% την πρόταση να παραχωρηθούν εκλογικά δικαιώματα στις γυναίκες. Και υπάρχει μια πληθώρα της διευρύνσεως της παραχωρήσεως των εκλογικών δικαιωμάτων και οι οποίες συνδέονται άμεσα με τις κοινωνικές και τις ιστορικές συνθήκες της κάθε μιας χώρας. Για παράδειγμα, το Βέλγιο, το οποίο πρωτοπόρησε στην παραχώρηση εκλογικών δικαιωμάτων σε κάποιες γυναίκες, σε ποιες γυναίκες όμως; Στις χήρες ή τις μητέρες όσων σκοτώθηκαν στα πεδία των μαχών κατά τον 1ο Παγκόσμιο πόλεμο. Σε αυτές δόθηκε το εκλογικό δικαίωμα, σε αντικατάσταση, ας το πούμε έτσι, των σκοτωμένων αντρών.
Στις περισσότερες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, ο οποίες είχαν εμπλακεί στον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο, υπήρξε μια ραγδαία θα λέγαμε διαδικασία παραχώρησης εκλογικών δικαιωμάτων, μάλλον παραχώρησης του καθολικού εκλογικού δικαιώματος, σε άνδρες και σε γυναίκες, εν συνεχεία πολύ γρήγορα. Γιατί είναι προφανές, όταν η πατρίδα σε στέλνει να σκοτωθείς στα χαρακώματα του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν τελειώσει ο Πόλεμος δεν μπορεί να σου πει, ξαναγύρνα πίσω και κάποιοι άλλοι θα αποφασίσουν ποιος θα είναι ο επόμενος εχθρός και πότε θα γίνει ο επόμενος πόλεμος στον οποίο θα κληθείς πάλι να δώσεις τη ζωή σου, και έτσι λοιπόν, οι εξουσιαστές κάθε ιστορικής περιόδου εξαναγκάζονται υπό την πίεση των διεκδικήσεων να «παραχωρούν» μέρος της εξουσίας τους με την ελπίδα ότι θα διατηρήσουν το μεγαλύτερο κομμάτι της ήδη εξουσίας και τα κεκτημένα τους. Οι εξουσιαστές όμως, όταν πια φτάσουν στο σημείο να εξαντλήσουν, ας το πούμε έτσι, όλες τις δυνατότητες αποκλεισμού των μεγάλων λαϊκών στρωμάτων από τις εκλογικές διαδικασίες, δεν παρέδωσαν τα όπλα, χρησιμοποίησαν ένα άλλο μέσο, μια άλλη μέθοδο, τα εκλογικά συστήματα. Τα εκλογικά συστήματα, κατά βάση τι είναι; Τεχνικές μέθοδοι με τις οποίες, με τα ίδια ακριβώς δεδομένα, αριθμητικά δεδομένα, δηλαδή με τις ίδιες ακριβώς ψήφους επιδιώκεται να καταλήξουμε σε κάποιο άλλο αποτέλεσμα. Περί αυτού πρόκειται. Είναι απλό πράγμα. Αλλά γι’ αυτά τα πράγματα θα σας μιλήσει ο κ. Νικολακόπουλος. Ευχαριστώ πολύ.
Ηλίας Νικολακόπουλος- Καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Τμήμα Πολιτικών
Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών-Εκλογολόγος.
Να ευχαριστήσω κι εγώ με τη σειρά μου τον διοργανωτή αυτής της εκδήλωσης και να πω πόσο εντυπωσιασμένος είμαι από την υποδοχή και το ακροατήριο το οποίο βρίσκεται εδώ, μια Κυριακή πρωί.
Για το βιβλίο του Θανάση Διαμαντόπουλου, μίλησε προηγουμένως ο φίλος μου ο Δημοσθένης. Σας παρουσίασε τα διάφορα μέρη, δεν θα επαναλάβω τα ίδια, θα σταθώ κυρίως στο 1ο τμήμα του βιβλίου, που αναφέρεται στην έννοια και τη λειτουργία της δημοκρατίας.
Πράγματι, το βιβλίο συγκροτείται από 3 χωριστά μέρη, δεν είναι δυνατόν να τα εξαντλήσουμε όλα. Και για το 1ο αυτό μέρος, θα ήθελα να σταθώ λίγο στη συζήτηση για τη λειτουργία της δημοκρατίας με αφορμή την ελληνική περίπτωση.
Το βιβλίο του Θανάση είναι εντυπωσιακό στη συγκριτική διάσταση. Αναφερόμενος στη δημοκρατία, αναφέρεται στα είδη του δημοκρατικού πολιτεύματος, κοινοβουλευτικές, ημιπροεδρικές, προεδρικές, παραδείγματα από δημοκρατίες στις Η.Π.Α. και σε διάφορες άλλες χώρες που δείχνει ακριβώς και την ευρυμάθεια και την λεπτομέρεια με την οποία θέλει να τεκμηριώσει τις απόψεις του.
Ένα σημείο που σχετικώς αποφεύγει, αν και υπάρχουν και αντίστοιχες προσεγγίσεις, είναι η ιστορική διάσταση. Ο Θανάσης Διαμαντόπουλος έχοντας μια στερεή νομική παιδεία, συνδυάζει πολιτική επιστήμη και νομική επιστήμη. Σε ορισμένα σημεία νομίζω ότι η ιστορική διάσταση θα ήθελε περισσότερη συμπλήρωση και επίσης, θα του το προτείνω γιατί έχει τις δυνατότητες, και μια έκφανση της ελληνικής περίπτωσης σ’ αυτό το συγκριτικό πλαίσιο.
Θα ήθελα να κουβεντιάσω ακριβώς και με αφορμή τους ορισμούς που δίνει στα διάφορα σημεία της πραγμάτευσης της δημοκρατίας το θέμα της καθιέρωσης των εκλογικών δικαιωμάτων και κυρίως της τυποποίησης των εκλογικών διαδικασιών και της ουσιαστικής εμπέδωσης ενός δημοκρατικού πολιτεύματος στην Ελλάδα.
Είναι γνωστό ότι η πρώιμη θέσπιση, ουσιαστικά το 1844, ενός αντιπροσωπευτικού συστήματος που στήριζε τη νομιμοποίηση του στην γενικευμένη εκλογική συμμετοχή του ανδρικού πληθυσμού, αποτελεί μια από τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής περίπτωσης. Πρόκειται για ένα αντιπροσωπευτικό σύστημα που ακόμα και τότε, στην Οθωνική περίοδο, αναγνώριζε τις θεμελιώδεις αρχές του φιλελευθερισμού και αποτέλεσε συστατικό στοιχείο της συγκρότησης του ελληνικού κράτους.
Έτσι οι εκλογικές πρακτικές ήδη από την Οθωνική περίοδο αναγορεύτηκαν σε κεντρικό πυλώνα για τη δόμηση της πολιτικής εξουσίας. Η Οθωνική μοναρχία, μόνο για ένα μικρό διάστημα της πρώτης 10ετίας, μπόρεσε να αναστείλει αυτές τις συμμετοχικές διαδικασίες και γρήγορα αναγκάστηκε να τις αποδεχτεί με την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1844. Αυτή η πρώιμη θέσπιση ενός αντιπροσωπευτικού συστήματος αποδίδεται συχνά στις προ επαναστατικές εμπειρίες, στα πλαίσια ενός κοινοτικού συστήματος. Βέβαια πολύ συχνά αυτό το κοινοτικό σύστημα εξιδανικεύεται. Η πάνδημη συμμετοχή, πολύ συχνά δεν αποτελούσε παρά απλώς μια τελετή ομοφωνίας για την επικύρωση των προεστών. Από αυτές τις τελετές ομοφωνίας, δεν θα τις έλεγα τίποτα περισσότερο παρά εκλογές, ουσιαστικά απουσιάζει ο εκλογικός ανταγωνισμός.
Είναι ένα σημείο το οποίο το επισημαίνει, όχι για την συγκεκριμένη περίπτωση αλλά συνολικά για τη δημιουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος αλλά μιλάει σε κάποιο σημείο για εκλογές επικύρωσης και όχι για ανταγωνιστικές εκλογές. Δημοκρατία δεν σημαίνει, δεν είναι συνώνυμο με το εκλογές, εκλογές μπορεί να είναι εκλογές δικαίωσης.
Αυτή η πάνδημη συμμετοχή σε τελετές ομοφωνίας που αναδείκνυαν, υποτίθεται, και νομιμοποιούσαν τους προεστούς, επέτρεπαν την διεύρυνση του σώματος. Διότι όταν θέλεις να νομιμοποιηθείς από μια τέτοια τελετή, μαζεύονται όλοι, και είναι λογικό να επιδιώκεις και τη μέγιστη δυνατή συμμετοχή. Η έλλειψη δηλαδή περιοριστικών όρων, όπως μας ανέφερε και ο Δημοσθένης, που συναντάμε στις περισσότερες δυτικοευρωπαϊκές χώρες έχει τη ρίζα του ακριβώς στο γεγονός ότι οι εκλογές αναδείκνυαν ακόμα και τους συμμετέχοντες στις Εθνοσυνελεύσεις του αγώνα ήταν στην πραγματικότητα περισσότερο τελετές ομοφωνίας επικύρωσης και πολύ λιγότερο πραγματικές εκλογές.
Μια δεύτερη παράμετρος που έχει σημασία επίσης, και όλα αυτά είναι ένα σχόλιο αν θέλετε πάνω σε αυτά που γράφει ο Θανάσης, είναι το γεγονός ότι η ελληνική επανάσταση δεν ανέδειξε καμιά πραγματικά ηγεμονική δύναμη, ούτε κάποιον αδιαμφισβήτητα χαρισματικό ηγέτη. Είναι εδώ το σημείο που μπορεί κανείς να συνδυάσει τα όσα λέει το φαινόμενο της εξουσίας στη συνέχεια και για τους διάφορους τύπους απολυταρχικών ή ημιαπολυταρχικών ενδιάμεσων καθεστώτων.
Η έλλειψη ηγεμονικής δύναμης στην ελληνική επανάσταση αφορά και τις ηγετικές … αφού από τη σύγκρουση πολιτικών στρατιωτικών δεν αλλάζει … αφορά και το γεωγραφικό επίπεδο μεταξύ Στερεάς Ελλάδας και Πελοποννήσου και νησιών και αφορά την έλλειψη πραγματικής πολιτικής συνοχής μεταξύ των ηγετών της ελληνικής επανάστασης. Δεν ξέρω αν παρακολουθείτε τη σειρά που εκδίδεται από ¨ΤΑ ΝΕΑ¨ για τις ¨… του Ελληνικού Κράτους¨ που είναι ο σωστός όρος αν και στη διαφήμιση λέει ¨Αγωνιστές του 1821¨, και βλέπετε μέσα από αυτές τις βιογραφίες τις τελείως διαφορετικές διαδρομές που οδήγησαν αρματωλούς, φαναριώτες, τον … του Αλή πασά ή οποιονδήποτε άλλον, στο να συγκλίνουν … του Ελληνικού Κράτους. Έχουμε εξαιρετικά διαφοροποιημένες διαδρομές από τις οποίες έλειψε μια πραγματικά ηγεμονική δύναμη.
Η έλλειψη μιας ηγεμονικής δύναμης οδήγησε, η αδυναμία της Οθωνικής μοναρχίας, οδήγησε επομένως πολύ γρήγορα στη διαμόρφωση κομμάτων και είναι εντυπωσιακό ότι αυτά που λέμε, τα τρία κόμματα, το ρωσικό, το αγγλικό, το γαλλικό ήταν κάτι περισσότερο από ομάδες. Ειδικά το Ρωσικό κόμμα που ήταν και το πιο ισχυρό, είχε και σημείο αναφορά την εκκλησιαστική κρίση και την προσωρινή αποκοπή της Ελλάδας με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Δηλαδή μια βαθύτατη ελληνορθόδοξη ταυτότητα.
Η αντιπαλότητα των τριών κομμάτων η ευκαιριακή τους σύμπραξη το 1843 οδήγησε στο πρώτο σύνταγμα το 1844. Το Σύνταγμα που θεωρείται ότι επικύρωσε την επικράτηση των παραδοσιακών πολιτικών και κοινωνικών γενικών στρωμάτων τα οποία είχαν αισθανθεί ότι απειλείται η εξουσία τους την προηγούμενη 10ετία.
Βέβαια οι εκλογικές πρακτικές που καθιερώθηκαν με το Σύνταγμα το 1844 και εφαρμόστηκαν εκείνη την περίοδο, ελάχιστα μπορούν να χαρακτηριστούν ως δημοκρατικές. Αν δείτε επιμέρους αποτελέσματα, έχουμε εκλογές του τύπου 99% των κυβερνητικών κατά κανόνα υποψηφίων και όπου έχουμε ανταγωνιστική εκλογή εκεί κατά κανόνα η εκλογή αυτή αμφισβητείται, και ήταν προϊόν βίας, νοθείας και οτιδήποτε.
Είναι ένας τομέας αυτός, η Οθωνική περίοδος που δεν έχει επαρκώς μελετηθεί και θα άξιζε να μελετηθεί ακριβώς σε αυτό το πλαίσιο που επισημαίνει ο Θανάσης, την ιστορική διαδικασία μέσα από την οποία καταλήγουμε σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα. Αλλά και αυτές οι Οθωνικές εκλογές στην πραγματικότητα μπορούν να χαρακτηριστούν ως τελετές ομοφωνίας.
Η συνταγματική μεταρρύθμιση του 1864 που ακολούθησε, οδήγησε στην καθιέρωση της καθολικής ψηφοφορίας συνταγματικά. Η ψηφοφορία του 1844 ήταν τυπικά τιμηματική, δηλαδή απαιτούσε κάποια στοιχειώδη περιουσία ή επιτήδευμα. Η καθιέρωση αυτού το 1864 είναι εξαιρετικά πρώιμη, η καθολική ψηφοφορία. Είναι η Δανία, έχε προηγηθεί η Γαλλία μια στιγμή αλλά έχει ανασταλεί λόγω της δικτατορίας του Ναπολέοντα του τρίτου και μάλιστα αν δει κανείς και τη συζήτηση που γίνεται στην Εθνοσυνέλευση, οι αντίπαλοι λένε ότι ¨με την καθολική ψηφοφορία θα γίνουμε ρεζίλι στην πολιτισμένη Ευρώπη αφού καμιά άλλη χώρα δεν έχει καθολική ψηφοφορία¨.
Η ιδιαιτερότητα της Ελλάδας είναι ότι καθιέρωσε τη συνταγματική καθιέρωση της καθολικής ψηφοφορίας, δεν οδήγησε σε καμιά πραγματική διεύρυνση του εκλογικού σώματος. Εξακολούθησαν να ψηφίζουν όσοι ψήφιζαν και με το προηγούμενο σύνταγμα διότι και με το προηγούμενο σύνταγμα οι περιορισμοί που είχαν τεθεί ήταν αμελητέοι. Και μάλιστα, η ίδια Εθνοσυνέλευση του 1864 καθιερώνει συνταγματικά την καθολική ψηφοφορία και ψηφίζει έναν νόμο ο οποίος εισάγει περιορισμούς. Βέβαια περιορισμούς ασήμαντους. Είναι αυτή η αντιφατικότητα που περιέγραψε ο George Steward Mill που μιλάει για καθολικό δικαίωμα και ταυτόχρονα καθορίζει περιορισμούς, επιβάλλει περιορισμούς και μάλιστα επιβάλλει και την ανισότητα της ψήφου. Άρα αντί να έχουμε, αυτό που θεωρούμε μια καθολική, ίση, άμεση και μυστική ψήφο, στην φιλοσοφική θεμελίωση καθολικότητας εισάγεται η ανισότητα και ο αποκλεισμός. Με αυτή την έννοια, φαίνεται εδώ ότι στο Σύνταγμα του 1864 πρωτοτύπησαν 2 σημεία, 1ον αποφεύγει περιορισμούς πραγματικούς και 2ον κατοχυρώνει την ισότητα, με την εξαίρεση μόνο των περιφερειών που ήταν οι αγωνιστές της Επανάστασης. Και το κυριότερο αποτελεί το πιο πρωτότυπο και δεδομένο σύστημα που κατοχυρώνει τη μυστικότητα της ψήφου με σφαιρίδια. Ψηφοφορία με σφαιρίδια που εισάγεται το 1864 με βάση την παράδοση της Ιονίου Πολιτείας που ψήφιζε με σφαιρίδια το 1850 είναι το μόνο σύστημα που κατοχυρώνει τη μυστικότητα της ψήφου του πληθυσμού. Το εντυπωσιακό με την περίπτωση της Ελλάδας είναι ότι δεν υπάρχει κανένας περιορισμός, ούτε νομικός ούτε κανένας άλλος, όσον αφορά την αγραμματοσύνη. Μπορούν να ψηφίζουν όλοι. Και μάλιστα σε σχετικές συζητήσεις, είναι μια ρητορία, είναι το αίμα των Ελλήνων που δώσανε στον αγώνα που τους δίνει το δικαίωμα να συμμετέχουν στο εκλογικό σώμα και δεν χρειάζεται να ξέρουν να διαβάζουν ή να γράφουν. Που είναι ένας από τους πιο κλασικούς περιορισμούς στη Δυτική Ευρώπη.
Έχουμε και άλλες καινοτομίες, πχ. το ότι οι εκλογές πρέπει να διεξαχθούν σε διάστημα 4 ημερών σε όλη την επικράτεια ταυτόχρονα, ενώ στην Οθωνική περίοδο διαρκούσαν μία εβδομάδα και γινόταν διαδοχικά από νομό σε νομό και συνολικά κρατούσαν 3 μήνες και πολύ γρήγορα, εντυπωσιακά γρήγορα ως ιστορική εξέλιξη ήδη το 1875 με την αρχή της δεδηλωμένης που επιβάλλει ο Χαρίλαος Τρικούπης έχουμε στην Ελλάδα και κοινοβουλευτικό πολίτευμα, δηλαδή η βουλή να έχει απόλυτο δικαίωμα στο να παρέχει ψήφο εμπιστοσύνης ή να ανατρέπει μια κυβέρνηση. Το 1877 έχουμε τότε την καινοτομία ότι οι εκλογές γίνονται σε μια μέρα ταυτοχρόνως σε όλη την Επικράτεια και επιπλέον καταργούνται και όλοι οι περιορισμοί.
Αυτό δείχνει ότι στην πραγματικότητα στην Ελλάδα έχουμε μια διαδικασία όπου ενώ ξεκινάει τελείως μη δημοκρατικά ως μια διαδικασία επικύρωσης προεστών, πολύ γρήγορα αυτό το πολίτευμα μετατρέπεται ή υιοθετεί τις βασικές αρχές ενός δημοκρατικού πολιτεύματος.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι εκλογές που διεξάγονται το 1881 μέχρι την κυβέρνηση του Βενιζέλου, είναι εκλογές που δεν αμφισβητούνται. Ελάχιστες ενστάσεις έχουμε, έχουμε περίπου μια ομαλή κοινοβουλευτική ζωή και δικομματικό σύστημα. Σημαίνει στην πραγματικότητα, ενοποίηση χώρου, δηλαδή σημαίνει στην πραγματικότητα ότι δεν αντιπαλεύουν οι Πελοποννήσιοι τους Ρουμελιώτες αλλά οι Τρικουπικοί τους Δεληγιαννικούς που υπάρχουν παντού, δεν έχουμε την ύπαρξη τοπικών ή τοπικιστικών κομμάτων, όπως θα μπορούσε να περιμένει κανείς σε μια χώρα που η Επανάσταση συνοδεύτηκε από 3 εμφύλιους πολέμους. Βέβαια αυτό το δικομματικό σύστημα κάποια στιγμή έφτασε στα όρια του. Λειτούργησε ως ενοποιητικός μηχανισμός όπως είπα, προσέφερε σε όλους σχεδόν τους άρρενες πολίτες, σαν δράμα και σαν θέαμα, τη δυνατότητα συμμετοχής σ’ αυτά τα φαινόμενα της πολιτικής, και δεν μπορούσε να μετατρέψει την Ελλάδα στο … που θα οδηγούσε στην εθνική ολοκλήρωση, στη μεγάλη ιδέα την οποία ουσιαστικά ενστερνίζονταν και τα δύο κόμματα. Γι’ αυτό και κατέρρευσε με την κρίση το 10909-1910.
Εξετάζοντας αυτή τη σταδιακή πορεία προς τον εκδημοκρατισμό, και την καθιέρωση μιας ανταγωνιστικής πολιτικής που αποτελεί προϋπόθεση για τη δημοκρατία, μπορούμε να ξεχωρίσουμε και ξεχωρίζουμε συνολικά σε Ευρωπαϊκό επίπεδο 4 στάδια, 4 φράγματα που πρέπει να ανατραπούν για να έχουμε ένα δημοκρατικό πολίτευμα. Το 1ο είναι η νομιμοποίηση των εκτελεστικών ομάδων, το 2ο είναι η ενσωμάτωση του πληθυσμού, το 3ο είναι η κατοχύρωση αντιπροσώπευσης και το 4ο είναι η συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση της εκτελεστικής εξουσίας.
Οι δυο πρώτες διαδικασίες της νομιμοποίησης και της ενσωμάτωσης που αφορούν θεσμικές απαντήσεις που δίνει η οργανωμένη πολιτεία και προσδιορίζουν τους όρους για την εμπέδωση μιας ανταγωνιστικής πολιτικής, στην περίπτωση της Ελλάδας ολοκληρώθηκαν, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ολοκληρώθηκαν στις δύο τελευταίες του 19ου αιώνα με τον πρώτο δικομματισμό. Έχουμε και την νομιμοποίηση των δύο κομμάτων και των πολιτικών και ενσωμάτωση του συνόλου του πληθυσμού. Και μάλιστα με την ιδιαιτερότητα ότι σε σύγκριση με τις Ευρωπαϊκές χώρες η ενσωμάτωση πληθυσμού είναι πολύ πιο γρήγορη από ότι στις άλλες χώρες. Περίπου το σύνολο του πληθυσμού από τα μέσα του 19ου αιώνα ενσωματώνεται στην πολιτική διαδικασία, έστω και μέσω πελατειακών δικτύων.
Οι δύο επόμενες διαδικασίες όμως, αντιπροσώπευσης για τη συμμετοχή στην εκτελεστική εξουσία, παρέμειναν για αρκετό χρόνο χωρίς να υλοποιηθούν. Ουσιαστική αντιπροσώπευση μπορούμε να πούμε, όπου δηλαδή οι πολίτες μπορούν να εξασφαλίσουν την αντιπροσώπευση τους αυτόνομα και έξω από πελατειακά δίκτυα, ουσιαστικά το σημείο τομής είναι το 1910 … του Ελευθέριου Βενιζέλου, μόνο ευκαιριακά είχαμε πριν κάποιους δημοκρατικούς υποψηφίους που εκλέχθηκαν και που γρήγορα δεν μπόρεσαν να συνεχίσουν ή φυλακίστηκαν.
Από το 1910 με την επιτυχή εμφάνιση ανεξαρτήτων υποψηφίων και θα έλεγα μετά από τη δεκαετία του ’20, με την εμφάνιση και σταθεροποίηση ταξικών κομμάτων όπως το ΚΚΕ και η αντιπροσώπευση του στη Βουλή, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η αντιπροσώπευση πραγματικά υλοποιείται.
Το 4ο όμως φράγμα, που είναι η ενεργός συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση της εκτελεστικής εξουσίας άργησε να έρθει πάρα πολύ. Ο εμφύλιος πόλεμος είναι χαρακτηριστικό της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος να αποδεχθεί τη συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση της εκτελεστικής εξουσίας. Προτιμότερη είναι η ένοπλη σύγκρουση παρά η ομαλή λειτουργία ενός δημοκρατικού πολιτεύματος. Ακόμα και το μετεμφυλιακό πολιτικό καθεστώς, θα μπορούσε κανείς να το χαρακτηρίσει με τους όρους του Θανάση, ανολοκλήρωτη ή ατελής δημοκρατία. Είναι μια δημοκρατία που ενώ υπάρχουν οι κανόνες του δημοκρατικού πολιτεύματος, υπάρχει η λειτουργία και η επιρροή εξωθεσμικών παραγόντων. Στη συγκεκριμένη εποχή το στέμμα, ο στρατός αυτονομημένος, οι ξένες δυνάμεις, η παρέμβαση κυρίως της Αμερικανικής πρεσβείας. Και προφανώς η δικτατορία του 1967-1974 αποτελούσε την απόδειξη της αδυναμίας αυτού του ελεγχόμενου κοινοβουλευτισμού, της ατελούς δημοκρατίας, να περάσει μέσα από μια δημοκρατική ρήξη για να ξεπεράσει την διπλή φύση, Σύνταγμα – Παρασύνταγμα, που καθόριζε την περίοδο την μετεμφυλιοπολεμική.
Άρα ουσιαστικά θα πρέπει κανείς να περιμένει το 1974 και τη μεταπολίτευση για να καταπέσει και ο τελευταίος φραγμός που είναι η συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση της εκτελεστικής εξουσίας.
Βέβαια από τη στιγμή που καταπίπτουν αυτοί οι φραγμοί, έχουμε την επόμενη υποσημείωση του Θανάση στο αντίστοιχο κεφάλαιο περί Δημοκρατίας, αλλά γι’ αυτό νομίζω ότι θα μπορούσε να μιλήσει ο ίδιος. Εγώ αυτό που ήθελα να δείξω είναι η σημασία που έχει η μελέτη του βιβλίου, η ταξινόμηση και η προσέγγιση των πολιτικών συστημάτων, ιδιαίτερα στάθηκε στο κεφάλαιο περί Δημοκρατίας, για να δει κανείς και την Ελληνική περίπτωση. Ευχαριστώ πολύ.
Θανάσης Διαμαντόπουλος-Καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου.
… του δημοψηφίσματος, με παράκαμψη των ενδιάμεσων αντιπροσωπευτικών θεσμών να πω ότι αυτό οδηγεί σε πολλές επιφυλάξεις και σήμερα για τον θεσμό του δημοψηφίσματος που λένε όλοι να προσφύγουμε στο δημοψήφισμα. 1ον διότι το δημοψήφισμα προσφέρεται μόνο για ¨ναι¨ ή ¨όχι¨, ενώ το πολιτικό σύστημα έχει πολλές φορές το χρέος να κάνει τις συνθέσεις που αναδεικνύουν κάτι περισσότερο και πολλές φορές σωρεύονται πολλά όχι. Όταν ο λαός της Γαλλίας είπε όχι στο Ευρωσύνταγμα και ακολούθησε ο λαός της Ολλανδίας ήταν σ’ ένα χάος διατάξεων και ο καθένας έβρισκε κάτι που τον ενοχλούσε και σωρεύτηκαν πολλά ¨όχι¨, ενώ το ¨ναι¨ ήταν ένα. Όπως η βλακεία σωρεύεται ενώ η ευφυΐα πιο δύσκολα. Και θα έλεγα ότι και στην Ιταλία, στις αρχές του 20ου αιώνα, έχοντας παράδειγμα προς αποφυγήν την Ελλάδα, ήταν οι προοδευτικές δυνάμεις, οι φιλελεύθερες δυνάμεις αυτές που δεν ήθελαν να καθιερωθεί η καθολική ψήφος, γιατί έλεγαν ότι η καθολική ψήφος σημαίνει διαιώνιση της κυριαρχίας του Βατικανού και της Καθολικής εκκλησίας, που ελέγχοντας τους απαίδευτους αγρότες θα μπορέσει να συνθλίψει οτιδήποτε ανανεωτικό ή προοδευτικό μπορεί να υπάρξει.
Έτσι φτάνω κύριες και κύριοι, στο βιβλίο, μ’ αυτή την αντεστραμμένη σειρά, να ξεκινάω, να προσπαθώ να μελετήσω τη φύση, τον χαρακτήρα, το υπόβαθρο της δημοκρατίας και μετά πηγαίνω στους θεσμούς και στις μορφές της.
Δεν είναι ίδια η δημοκρατία Αμερικανικού τύπου μ’ αυτό το προεδροκεντρικό σύστημα, δεν είναι βρετανικού κοινοβουλευτικού τύπου, δεν είναι η Γαλλία που πήγαν να τη μιμηθούν παλιότερα η Φιλανδία, η Πορτογαλία, σήμερα η Ρωσία ή η Ουκρανία, του ημιπροεδρικού, ένα σύστημα συνδυασμών των δύο. Το κάθε σύστημα φέρει το αποτύπωμα της ιστορίας. Οι Αμερικανοί αναζήτησαν έναν αιρετό μονάρχη με κοινή αναφορά σ’ αυτόν, το μοναδικό αιρετό όργανο όλης της Αμερικανικής Ομοσπονδίας για να υπάρξει ο παράγον που θα δημιουργούσε εθνική συνείδηση.
Ετερόκλητο εθνολογικά έθνος, Αμερικανοί, Ιταλοί, Ολλανδοί, Βρετανοί, Γάλλοι, Έλληνες κ.λπ. αναζητούσαν τον συνεκτικό παράγοντα, τον αιρετό μονάρχη, στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Αντιθέτως η Μεγάλη Βρετανία, ο κοινοβουλευτικός που είναι το άλλο μοντέλο της δημοκρατίας, δημιουργήθηκε διότι μετά τη Magna Carta θέλαν οι γαιοκτήμονες που πλήρωναν τους πολέμους του μονάρχη να συμμετέχουν στην απόφαση των πολέμων αυτών που οι ίδιοι τους χρηματοδοτούσαν, και δημιούργησαν κοινοβούλιο. Αυτό το κοινοβούλιο έπρεπε να ελέγχει την εξουσία, πως την ήλεγχε; Μετατρέποντας τη βουλή των Λόρδων σε δικαστήριο που δίκαζε, καταδίκαζε τους υπουργούς και τους έστελνε στη γκιλοτίνα, στην λαιμητόμο και επειδή θεωρήθηκε πολύ βίαιη αυτή η ποινική καταστολή, μετά εξελίχθηκε σε κοινοβουλευτική καταστολή, να μπορεί να έχει την εμπιστοσύνη και να ανατρέπει την κυβέρνηση. Και έτσι η Μεγάλη Βρετανία δημιούργησε τον Κοινοβουλευτισμό.
Η δε Γαλλία που δημιούργησε το ενδιάμεσο ημιπροεδρικό σύστημα, δηλαδή έναν πρόεδρο που εκλέγεται απευθείας από τον λαό και είναι ισχυρός παράγον εξουσίας και ταυτόχρονα σε αντίθεση με αυτό που δεν υπάρχει στην Αμερική, μια Κυβέρνηση και ένα Πρωθυπουργό εξαρτώμενο από την κοινοβουλευτική αρχή, από την εμπιστοσύνη του κοινοβουλίου, αυτό έγινε γιατί στην κρίση της αποαποικιοποίησης και της απόσχεσης της Αλγερίας, έντρομο το Γαλλικό έθνος από τις βραχύβιες κυβερνήσεις της δημοκρατίας της περιόδου ’46 – ’48 ήθελαν ισχυρό ηγέτη και απευθύνθηκαν στην συνείδηση της Γαλλίας, στον στρατηγό de Gaulle, ο οποίος τους είχε, αυτός ήταν μια ισχυρή προσωπική εξουσία, μια ισχυρή προεδρεία. Δεν τολμούσε όμως να φτάσουν στο Αμερικανικό μοντέλο, να κάνει προεδρικό καθεστώς, γιατί οι Γάλλοι είχαν την ανάμιξη του Ναπολέοντα του 3ου, του Λουδοβίκου Ναπολέοντα Βοναπάρτη, του 1ου εκλεγέντος απευθείας ως προέδρου της Δημοκρατίας, σε ένα προεδρικό καθεστώς στα μέσα του 19ου αιώνα που το μετεξέλιξε σε ένα απολυταρχικό προσωποπαγές καθεστώς, κι έτσι βρήκε την ισορροπία.
Το αποτύπωμα της ιστορίας υπάρχει παντού αλλά στο βιβλίο δεν επιχειρώ μόνο, κυρίες και κύριοι, αυτές τις τυπικές ταξινομήσεις προεδρικού – ημιπροεδρικού – κοινοβουλευτικού αλλά προσπαθώ να επιχειρήσω και τις ουσιαστικές που εξαρτώνται από τη μορφή του κόμματος. Άλλος ο κοινοβουλευτισμός ο πλειοψηφικός, που λέει ο Βαγγέλης ο Βενιζέλος, όπου υπάρχει μονοκομματική βάση της Κυβέρνησης, άλλο να είσαι Πρωθυπουργός, δηλαδή όπως ο Gordon Brown, ο Tony Blair, η Margaret Thatcher ή ο John Major στη Μεγάλη Βρετανία, όπως ο Παπανδρέου, ο Καραμανλής, ο Σημίτης στην Ελλάδα που στηρίζονται σε ένα κόμμα, στο δικό τους κόμμα και άρα είναι Πρωθυπουργοκεντρική δημοκρατία και άλλο όπως ο Πρωθυπουργός της Ολλανδίας, του Βελγίου και άλλων χωρών που στηρίζονται σε πολλά, ενίοτε πάρα πολλά κόμματα και δεν είναι παρά ένας απλός συντονιστής, εξισορροπιστής μεταξύ αντίθετων βουλήσεων.
Αυτά ήταν τα στοιχεία, κυρίες και κύριοι. Προσπαθώ να αναδείξω, να διευκολύνω μέσω αυτού του βιβλίου, ο αναγνώστης να προσποριστεί, να παραγάγει τον προβληματισμό εκείνο που θα τον κάνει κυρίως όχι απλώς πιο συνειδητοποιημένο, πιο κριτικό, να μην αποδέχεται τίποτα ως αυτονόητο και να προσπαθήσω να συμβάλλω στη δημιουργία μιας κριτικής σκέψης που το καθετί θα είναι υπό την κριτική προσέγγιση του πολίτη, συχνά η δημοκρατία παρήγαγε και την άλλη παρενέργεια, πολλοί πολιτικοί άρχισαν να λένε στον λαό ¨στα μάτια σου πιστεύεις ή σε μένα;¨, και εν πάση περιπτώσει και κυρίως και είναι η τελευταία διάσταση που θα σας αναφέρω από το βιβλίο μου, προσπαθώ να κάνω και κάποιες θεσμικές προτάσεις για ουσιαστικοποίηση και εξυγίανση της δημοκρατίας, διότι παλιότερα το μείζον πρόβλημα σε κάθε εξουσία είναι να οριοθετείται η εξουσία, δηλαδή να μην γίνεται ανεξέλεγκτα, … ο πολίτες από τις δυνατότητες κατάχρησης της εξουσίας.
Τα τελευταία χρόνια η υπέρμετρη συγκέντρωση οικονομικής, επικοινωνιακής, συνδικαλιστικής δύναμης στα χέρια κάποιων ολιγοκρατών της οικονομίας, των ΜΜΕ ή του συνδικαλισμού, επέτρεψε σ’ αυτούς που δεν νομιμοποιούνται δημοκρατικά και να κατευθύνουν και να ευνουχίζουν τους αιρετούς κατόχους της πολιτικής εξουσίας και κυρίως να τους περιορίζουν χρονικά. Ο σημερινός εξουσιαστής είναι χρονικά πιο περιορισμένος από ποτέ γιατί έχει εκλογές, δημοτικές εκλογές, ευρωεκλογές, προεδρικές εκλογές που μπορούν να οδηγήσουν σε πρόωρη διάλυση του Κοινοβουλίου κ.λπ. και κάνω και μια σειρά από συνταγματικές και θεσμικές προτάσεις, τέτοιες που να μπορέσουν να αποκαταστήσουν την ισχύ του φυσικού, του δημοκρατικά υπόλογου κατόχου της εξουσίας και όχι το εξωθεσμικό παράλληλο που μέσω κατοχής οικονομικής και επικοινωνιακής ισχύος έχουν οικειοποιηθεί και πολύ μεγάλο μέρος πολιτικής εξουσίας.
Θα μπορούσα και πολλά άλλα στοιχεία από το βιβλίο αλλά να σας πω και τους προβληματισμούς που αναπτύσσονται να σας αναφέρω, κυρίες και κύριοι, αλλά με αναστέλλει το γεγονός ότι υπάρχουν τόσοι όρθιοι. Νιώθω ευγνωμοσύνη για την παρουσία σας αλλά δεν θέλω να κάνω κατάχρηση της καλοσύνης σας.
Πριν σας ευχαριστήσω, και να πω ότι και οι άλλοι συνομιλητές μου και εγώ είμαστε στη διάθεση σας για να συζητήσουμε όποιο θέμα κρίνετε, θα ήθελα μόνο να ζητήσω συγγνώμη αλλά λόγω ενός μινιμαλιστικού τρόπου που με διευκολύνει μερικές φορές στο να ταξιδεύω και μερικές φορές έρχομαι στη Θεσσαλονίκη, δεν είχα την ευκαιρία να έρθω στο ίδιο dress code, ενδυματολογικό κανόνα, όπως πολλοί από εσάς, γι’ αυτό ζητώ συγγνώμη. Σας ευχαριστώ πολύ για την παρουσία σας.