ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΟΥ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ
ΕΥΡΙΔΙΚΗΣ ΜΠΕΣΙΛΑ – ΒΗΚΑ
ΜΕ ΘΕΜΑ: <<ΑΝΕΡΓΙΑ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ>>
ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ ΝΕΩΝ
ΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΣΕΡΡΑΙΩΝ
31 – 10 – 2005
Ανεργία, η πιο δημοφιλής λέξη των εφημερίδων και των Μ.Μ.Ε. των τελευταίων δέκα περίπου ετών. Ανεργία σημαίνει αδυναμία ενός μέρους του εργατικού δυναμικού μιας χώρας να βρει δουλειά με το μισθό της ειδικότητάς του, ενώ μπορεί και θέλει να εργαστεί. Αποτελεί μια δυσάρεστη οικονομική κατάσταση, με βαριές συνέπειες για το κοινωνικό σύνολο. Στην περίπτωση αυτή γίνεται λόγος για ακούσια ανεργία.
Υπάρχει όμως και η εκούσια ανεργία. Κατ’ αυτήν ορισμένα άτομα, που ανήκουν στο εργατικό δυναμικό, δεν επιθυμούν να προσφέρουν την εργασία τους με τους όρους, που ισχύουν στην αγορά εργασίας. Αυτή όμως δεν ενδιαφέρει την οικονομία.
Ο πιο σοβαρός λόγος για την ύπαρξη της ανεργίας είναι η δυσαναλογία που υπάρχει, κατά καιρούς, ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση της εργασίας, δηλαδή όταν η προσφορά εργασίας είναι μεγαλύτερη απ’ αυτήν που ζητείται.
Το γεγονός ότι, όταν γίνεται λόγος για ανεργία το ενδιαφέρον συγκεντρώνεται προπάντων στην ανεργία που πλήττει τους εργαζόμενους, οφείλεται στις άμεσες και καταφανείς κοινωνικές συνέπειες που συνδέονται μ’ αυτόν τον ιδιαίτερο τύπο μη απασχόλησης. Και πραγματικά, η εργασία δεν είναι εμπόρευμα, που όταν δε βρει αγοραστή μπορεί να αποθηκεύεται σε αναμονή μιας προσφορότερης στιγμής. Και ο μισθός δεν είναι μόνο η τιμή ενός συντελεστή της παραγωγής, αλλά και η απαραίτητη πηγή ζωής για τον εργαζόμενο και την οικογένειά του.
Υπάρχουν διάφορες μορφές ανεργίας όπως:
- Κυκλική ανεργία: Αυτή οφείλεται στις κυκλικές διακυμάνσεις της οικονομίας, που προέρχονται από την έλλειψη ή ανεπάρκεια της ενεργούς ζήτησης εργασίας. Διαρκεί συνήθως 1-3 χρόνια και αποτελεί το πιο σημαντικό πρόβλημα των ανεπτυγμένων οικονομιών. Επειδή αποτελεί γενικό οικονομικό φαινόμενο λέγεται και γενική ανεργία.
- Διαρθρωτική ανεργία: Αυτή οφείλεται στη μεταβολή των προτιμήσεων του καταναλωτικού κοινού για τα προϊόντα ενός κλάδου παραγωγής, που προκαλεί την υποαπασχόληση ή την παρακμή του, με άμεση συνέπεια την εμφάνιση ανεργίας των απασχολούμενων σ’ αυτόν τον κλάδο.
- Ανεργία τριβής: Αυτή οφείλεται στην αλλαγή του επαγγέλματος των εργαζομένων. Το χρονικό διάστημα για την εύρεση νέας εργασίας εξαρτάται από τις δυνατότητες του κλάδου, στον οποίο επιθυμούν να βρουν δουλειά, να απορροφήσει τους νέους εργαζομένους, στις σωστές ή λαθεμένες πληροφορίες για τις συνθήκες εργασίας που επικρατούν σ’ έναν τόπο, στην απόσταση της νέας εργασίας κ.τ.λ. Έχει μόνιμο χαρακτήρα και καλύπτει ένα χαμηλό αλλά σταθερό ποσοστό των εργαζομένων.
- Εποχική ανεργία: Αυτή οφείλεται στις καιρικές συνθήκες και στην εποχική ζήτηση της εργασίας και των υπηρεσιών. Παρουσιάζεται συνήθως στη γεωργία, στον τουρισμό, στις οικοδομές κ.τ.λ.
- Τεχνολογική ανεργία: Αυτή οφείλεται στην ανακάλυψη νέων μηχανών, που αντικαθιστούν τους εργαζόμενους ή απαιτούν νέο ειδικευμένο προσωπικό.
Η τάση που εκδηλώνεται συνεχώς ευρύτερα σε όλες τις χώρες είναι, να αναλάβει το κράτος το έργο της καταπολέμησης της ανεργίας και να αμβλύνει τις συνέπειές της με παροχές προς τους ανέργους και με άλλα μέτρα πρόνοιας.
Το πρόβλημα της ανεργίας έχει καταστεί ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες κοινωνίες. Σήμερα η ανεργία δεν πλήττει αποκλειστικά μόνο μια μερίδα πληθυσμού, κυρίως τους μη προνομιούχους και τα άτομα με ελάχιστο μορφωτικό επίπεδο, αλλά το σύνολο των κοινωνικο-επαγγελματικών ομάδων. Πολλοί άνθρωποι δεν έχουν τη δυνατότητα να συμβάλλουν στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της Χώρας επειδή δεν εργάζονται. Η οικονομική δυσχέρεια του ανέργου εντείνεται με ένα αίσθημα αποτυχίας που τον διακατέχει. Έτσι, πολλοί άνεργοι νιώθουν απομονωμένοι και περιθωριοποιημένοι σε μια κοινωνία που προβάλλει ως πρώτη αξία την εργασία. Ο καθένας ζει το δικό του πρόβλημα της ανεργίας, πιστεύοντας πως είναι μοναδικό.
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση, ως το κοντινότερο στον πολίτη επίπεδο διοίκησης, μπορεί και πρέπει να συμβάλλει στην καταπολέμηση του φαινομένου της ανεργίας. Οι μέθοδοι δράσης της προς αυτήν την κατεύθυνση είναι εντελώς διαφορετικοί απ’ αυτούς του κράτους, το οποίο σε καμία περίπτωση δε μπορεί να υποκαταστήσει. Αυτή μπορεί να συντονίσει τις προσπάθειες και να βοηθήσει τον άνεργο κατά την αναζήτηση εργασίας, διευκολύνοντας ταυτόχρονα και τις επιχειρήσεις στην αναζήτηση προσωπικού. Η βοήθεια αυτή μπορεί να παρέχεται σε όλους όσους αναζητούν απασχόληση χωρίς περιορισμούς ηλικίας, επιπέδου γνώσεων ή διάρκειας ανεργίας και συνίσταται κυρίως στην ατομική υποστήριξη του ανέργου, ώστε αυτός να μπορεί να διεκδικήσει καλύτερα και αποτελεσματικότερα μια θέση εργασίας.
Σε αρκετούς δήμους σήμερα έχουν συσταθεί Γραφεία ή Παρατηρητήρια Απασχόλησης. Το θέμα μας όμως δεν είναι απλά η σύσταση τους αλλά η αποτελεσματική και αποδοτική παροχή συνδρομής τους προς τους πολίτες. Τα Γραφεία Απασχόλησης των Δήμων μπορούν να προβούν σε συντονισμένες δράσεις μέσα από άλλους φορείς προώθησης της απασχόλησης, όπως είναι τα τοπικά γραφεία του ΟΑΕΔ, τα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης, τα Γραφεία Διασύνδεσης ή μέσα από την τοπική αγορά εργασίας.
Ο άνεργος μπορεί να ενημερωθεί μέσω αυτών για τα πιο κάτω θέματα:
- επιδοτούμενες επιχειρήσεις για πρόσληψη ατόμων τα οποία κυρίως απειλούνται από κοινωνικό αποκλεισμό (μακροχρόνια άνεργοι, γυναίκες, μετανάστες κ.λ.π.)
- προώθηση της επαγγελματικής κατάρτισης των ανέργων
- εξειδίκευση με αντικείμενο κατάρτισης όπως π.χ.
- υγεία και πρόνοια
- οικονομία και διοίκηση
- πληροφορική
- τουριστικά και παροχή υπηρεσιών
- αγροτικά
- τεχνικά και μεταφορές
- δυνατότητα ιατροφαρμακευτικής κάλυψης
- απονομή μειωμένης σύνταξης απασχολούμενων σε βαριές και ανθυγιεινές εργασίες.
Τα Παρατηρητήρια Απασχόλησης των Δήμων δεν πρέπει να παρέχουν απρόσωπη και γενικευμένη πληροφόρηση. Αποβλέπουν στην ψυχολογική υποστήριξη του ανέργου και την τόνωση της αυτοπεποίθησής του, ούτως ώστε να μπορεί αυτός να διεκδικήσει καλύτερα και αποτελεσματικότερα μια θέση εργασίας.
Η εξατομικευμένη προσέγγιση είναι ένας βασικός παράγοντας επιτυχίας, γιατί με αυτήν μπορεί να αναπτερωθεί το ηθικό του νέου, πράγμα ιδιαίτερα σημαντικό, αφού οι περισσότεροι είναι απογοητευμένοι και απαισιόδοξοι, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για μακροχρόνια ανέργους.
Εκτός από τα Παρατηρητήρια Απασχόλησης, ο Δήμος μπορεί να συστήσει μια αστική, μη κερδοσκοπική εταιρία, με σκοπό την καταπολέμηση της ανεργίας και τη συμμετοχή σε προγράμματα, όπως αυτά της απόκτησης εργασιακής εμπειρίας (STAGE), νέων θέσεων εργασίας κ.α. στα οποία ο Δήμος δεν μπορεί να συμμετάσχει άμεσα. Στην εταιρία αυτή μετέχουν Δημοτικές Επιχειρήσεις, ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ, σύλλογοι και ενώσεις που απασχολούν διάφορες ειδικότητες εργαζομένων στην υλοποίηση των προγραμμάτων τους. Η εταιρία αυτή στοχεύει στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, στην πληροφόρηση για την αγορά εργασίας και τα προγράμματα υποστήριξης ανέργων, στην ενημέρωση των επιχειρήσεων, στη συνεργασία με δημόσιες και δημοτικές αρχές της ευρύτερης περιοχής, την υποστήριξη και δημιουργία κινήτρων για προσέλκυση επενδυτών στο Δήμο, ώστε να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, την επιδότηση νέων θέσεων σε μεγάλες επιχειρήσεις, την αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού του Δήμου, τον επαγγελματικό προσανατολισμό καθώς και τη συμμετοχή σε διαγωνισμούς έργων και υπηρεσιών με φορείς του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.
Ένας άλλος τομέας στον οποίο μπορεί να προσφύγει η Τοπική Αυτοδιοίκηση προκειμένου να ενισχύσει τον τομέα «απασχόληση» είναι η αξιοποίηση των πόρων από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι πόροι από την Ένωση διοχετεύονται με τρεις βασικούς τρόπους:
α) μέσω των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης, στα οποία συγκεντρώνεται και το μεγαλύτερο ποσοστό της χρηματοδότησης
β) μέσω των Κοινοτικών Πρωτοβουλιών και
γ) μέσω των καινοτόμων δράσεων ή πιλοτικών προγραμμάτων.
Οι τελευταίες αποτελούν ένα μικρό ποσοστό, περίπου 1%, ενώ το ΚΠΣ και οι κοινοτικές πρωτοβουλίες μαζί το 95%. Ενδιαφέρον παρουσιάζει, ότι μόνο όσον αφορά τις καινοτόμες δράσεις και μελέτες, παρέχεται η δυνατότητα απευθείας επαφής των ΟΤΑ με τις ευρωπαϊκές αρχές. Στις άλλες δύο περιπτώσεις, οι ΟΤΑ θα πρέπει να απευθύνονται στις περιφερειακές αρχές (για το ΚΠΣ), είτε στις κεντρικές υπηρεσίες του κράτους-μέλους, δηλαδή στα καθ’ ύλην αρμόδια υπουργεία (για τις κοινοτικές πρωτοβουλίες), αφού εκείνες είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή και διαχείρισή του.
α) Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης (ΚΠΣ):
Το σκεπτικό εφαρμογής του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης στηρίχθηκε στη μεταρρύθμιση, το 1988, των Διαρθρωτικών Ταμείων, η οποία αποσκοπούσε τόσο στην αύξηση των πόρων, όσο και στην ορθολογικότερη διαχείρισή τους, με καθιέρωση της αρχής του προγραμματισμού. Συνέβαλε στο να προσδιορισθούν οι προτεραιότητες ανάπτυξης και δράσεων, που θα χρηματοδοτούσε η Κοινότητα, καθώς επίσης οδήγησε στη διαμόρφωση της κατανομής των πόρων σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.
Το Γ’ ΚΠΣ αναφέρεται σε έργα και δράσεις για την περίοδο 2000-2006, περιλαμβάνοντας επτά άξονες προτεραιότητας μέσα στους οποίους εντάσσονται τα επιχειρησιακά προγράμματα.
Στον άξονα προτεραιότητας επτά για την περιφερειακή ανάπτυξη εντάσσονται δεκατρία επιχειρησιακά περιφερειακά προγράμματα (Π.Ε.Π.), τα οποία αφορούν όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας και υλοποιούνται ένα σε κάθε γεωγραφική περιφέρεια.
Εκτός των κοινοτικών και εθνικών πόρων, απαιτείται στα επιχειρησιακά αυτά προγράμματα και ένα ποσό ιδιωτικής συμμετοχής. Οφείλουμε να έχουμε υπόψη μας ότι μια βασική αρχή που διέπει τα διαρθρωτικά ταμεία είναι η αρχή της εταιρικής σχέσης, τόσο σε οριζόντιο όσο και σε κάθετο επίπεδο. Σε κάθετο έχουμε τη συνεργασία με κοινωνικούς και οικονομικούς εταίρους, ενώ σε οριζόντιο τη συνεργασία των τριών επιπέδων (ευρωπαϊκό, εθνικό, τοπικό).
Κατά τη διαδικασία διαπραγμάτευσης για το Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης έχουμε την εμπλοκή και των περιφερειών. Πρέπει να γίνει σαφές ότι οι διαρθρωτικές δράσεις είναι προϊόν συνεργασίας τόσο των περιφερειών των κρατών, όσο και της Ένωσης. Τα κράτη μέλη προετοιμάζουν μαζί με τις περιφέρειες τα Σχέδια Ανάπτυξης, όπου οι περιφέρειες κάνουν τις προτάσεις τους, αλλά τον τελικό λόγο έχει το Υπουργείο Οικονομικών, ως ο εθνικός διαμεσολαβητής, το οποίο καταρτίζει τα Σχέδια Ανάπτυξης, με βάση την εθνική στρατηγική, και στη συνέχεια αυτά υποβάλλονται στην Επιτροπή. Σύμφωνα με τα σχέδια που έχουν καταρτισθεί, η Επιτροπή φτιάχνει το «Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης», στο οποίο αναφέρονται, για όλη την περίοδο εφαρμογής του, οι προτεραιότητες, τα χρηματοδοτικά σχήματα που θα ακολουθηθούν, καθώς και οι τρόποι παρέμβασης. Στη συνέχεια, τα κράτη συντάσσουν τα Λειτουργικά Προγράμματα και ξεκινά η διαδικασία υλοποίησής τους, η οποία παρακολουθείται και αξιολογείται από τις Επιτροπές Παρακολούθησης, βάσει ενός αυστηρού πλαισίου. Απευθείας συνεργασία των περιφερειών με την Ένωση, έχουμε στην περίπτωση των αποκεντρωμένων επιτροπών παρακολούθησης των Π.Ε.Π., οι οποίες είναι επιφορτισμένες με την υλοποίηση των εν λόγω επιχειρησιακών προγραμμάτων.
β) Κοινοτικές Πρωτοβουλίες:
Τα Διαρθρωτικά Ταμεία αναπτύσσουν, εκτός από τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, και δραστηριότητες μέσα από τα πρότυπα σχέδια για τις καινοτόμες δράσεις και από τις κοινοτικές πρωτοβουλίες. Υπάρχουν σήμερα τέσσερις κοινοτικές πρωτοβουλίες, οι οποίες χρηματοδοτούν συγκεκριμένες δράσεις: 1) Το “LEADER plus”, έχει ως βασικό στόχο την ανάπτυξη του αγροτικού χώρου. Φορέας υλοποίησης του είναι οι «Ομάδες Τοπικής Δράσης», στις οποίες τόσο η τοπική αυτοδιοίκηση όσο και ο ιδιωτικός τομέας έχουν μια ισχυρή συμμετοχή. 2) Το “INTERREG III”, αποτελεί μια κοινοτική πρωτοβουλία με στόχο τη διασυνοριακή, διακρατική και διαπεριφερειακή συνεργασία, για μια ισόρροπη ανάπτυξη. 3) Η πρωτοβουλία “EQUAL” επικεντρώνεται στην άρση των ανισοτήτων και των διακρίσεων στην αγορά εργασίας, με τη βοήθεια αξιοποίησης νέων μέσων και διακρατικών συνεργασιών. Ήδη υλοποιείται ο πρώτος κύκλος εφαρμογής για την περίοδο 2000-2004, με σημαντική συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης. 4)Τέλος έχουμε την κοινοτική πρωτοβουλία “URBAN”, η οποία αφορά την οικονομική και κοινωνική αποκατάσταση πόλεων και αστικών κέντρων, στα πλαίσια της αστικής βιώσιμης ανάπτυξης. Οι πόλεις του Ηρακλείου, της Κομοτηνής και του Περάματος υλοποιούν δράσεις που χρηματοδοτούνται από την εν λόγω κοινοτική πρωτοβουλία.
γ) Καινοτόμες Δράσεις
Οι καινοτόμες δράσεις είναι μικρότερου μεγέθους κοινοτικές πρωτοβουλίες, πρωτότυπου και καινοτόμου χαρακτήρα, οι οποίες χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (Ε.Τ.Π.Α.) και το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (Ε.Κ.Τ.). ΜΕ τον όρο «καινοτόμο» χαρακτηρίζεται τόσο το περιεχόμενο όσο και οι στόχοι μίας δράσης. Μπορούν όμως να θεωρηθούν καινοτόμες δράσεις και αυτές που αφορούν τον τύπο των σχέσεων συνεργασίας που προωθούν, καθώς βασίζονται στη διασύνδεση των περιφερειακών και τοπικών αρχών καθώς και των κοινωνικών εταίρων μεταξύ τους.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει, ιδιαίτερα για υποεθνικούς φορείς, ότι για αυτές τις καινοτόμες και πρωτότυπες δράσεις μπορεί να υποβληθεί απευθείας πρόταση και αίτηση για συμμετοχή προς τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, χωρίς να είναι αναγκαία η μεσολάβηση του εθνικού επιπέδου, όπως συμβαίνει με τα προγράμματα του Κ.Π.Σ. και των Κοινοτικών Πρωτοβουλιών. Ιδιαίτερα, όσον αφορά τους ελληνικούς Ο.Τ.Α., παρατηρείται ότι καίτοι διαθέτουν τη θέληση και έχουν την ικανότητα να υποστηρίξουν και να συμμετάσχουν σε τέτοιες δράσεις, στερούνται της έγκαιρης ενημέρωσης και συχνά των κατάλληλων συνεργασιών.
Επισημαίνεται πως τα ευεργετήματα που προκύπτουν από την υιοθέτηση μιας εξωστρεφούς συμπεριφοράς ενός Ο.Τ.Α., είναι πολύ μεγάλα. Απαραίτητη όμως συνιστώσα για την επιτυχία, θεωρείται η ικανότητα του όχι μόνο να αφουγκράζεται τις ανάγκες των κατοίκων του, αλλά να μπορεί να δημιουργεί και το κατάλληλο δίκτυο συνεργασιών για να τις πραγματοποιήσει. Τα δίκτυα συνεργασιών που δημιουργούνται μεταξύ των Ο.Τ.Α. σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έχουν ως στόχο την ανταλλαγή γνώσεων, βέλτιστων πρακτικών, το συντονισμό για κοινές διεκδικήσεις και αποτελούν συνάμα ένα μέσο για να επωφελούνται από τις δράσεις της Ένωσης.